Επί Ενετών η κερκυραϊκή κοινωνία ήταν χωρισμένη σε τρεις τάξεις: Στους ευγενείς ή αρχοντολόι, τους αστούς και τον όχλο ή ποπολάρους. Οι ανεπάγγελτοι και οι χειρώνακτες βιοπαλαιστές αποτελούσαν το κατώτερο στρώμα του όχλου, τη λεγόμενη «πλεμπάγια», ή κοινώς το σκυλολόι.
Η τάξη των ευγενών στην Κέρκυρα σχηματίστηκε από διάφορα στοιχεία και περιελάμβανε διακεκριμένες παλαιές κερκυραϊκές οικογένειες, άλλες που είχαν μεταναστεύσει από την Ιταλία, πολλές οι οποίες μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους κατέφυγαν στην Κέρκυρα, η οποία θεωρείτο ασφαλής και τέλος άλλες που κατέφυγαν πάλι στην Κέρκυρα ύστερα απο την πτώση της Κρήτης και της Πελοποννήσου.
Την εσωτερική διοίκηση εκπροσωπούσαν τρεις σύνδικοι, τους οποίους εξέλεγε το Συμβούλιο της Κοινότητας, το λεγόμενο Κονσέγιο. Το συμβούλιο αυτό (Consejo della Comunità, Consejo della Città, ή και απλώς Consejo), αποτελούνταν αρχικά απο εβδομήντα μελη, αργότερα απο εκατόν πενήντα και στο τέλος απο εξήντα μελη, πάντα απο την κλάσση των ευγενών. Και το Κονσέγιο αυτό εκλεγόταν από το Γενικό Συμβούλιο, που απαρτιζόταν από όλους ανεξαιρέτως τους ευγενείς του νησιού.
Επειδή περί τα μέσα του 16ου αιώνα προέκυψαν διάφορες παρατυπίες περί την αναγνώριση των προσόντων της ευγένειας και καθώς υπήρχαν άτομα που είχαν, με εξαγορά ή άλλους τρόπους, εμφανίσει αμφισβητούμενα προσόντα, από το έτος 1572 αποφασίστηκε ο σχηματισμός μιας Χρυσοβίβλου, το γνωστό Libro d’Oro. Στο Libro d’Oro καταχωρίζονταν τα ονόματα των ευγενών οικογενειών το δε φύλλο της, στο οποίο αναφερόνταν ο νεοεκλεγείς ευγενής, έφερε την υπογραφή του Βάιλου.
Η εγγραφή στο Libro d’Oro αποτελούσε απλά την προυπόθεση για την εισαγωγή στο Συμβούλιο των ευγενών του νησιού και χορηγούσε στα μέλη του Συμβουλίου δικαιώματα στην αυτοδιοίκηση κλπ. Δηλαδή υπήρχε διαφορά μεταξύ της εγγραφής στο Libro d’Orο και της απονομής κληρονομικού τίτλου ευγένειας (κόμη, βαρώνου κλπ). Επομένως το να ήταν κανείς μέλος του Συμβουλίου των ευγενών δεν εσήμαινε ότι ήταν και τιτλούχος. (Αυτοί οι τελευταίοι ήταν πολύ λιγότεροι).
Για να εγγραφεί κανείς στο Libro d’oro, έπρεπε να αποδείξει ότι συμπλήρωσε το εικοστό έτος και ότι είναι γνήσιο εκ νομίμου γάμου τέκνο. Την γνησιότητα των τεκνών έκριναν ειδικοί δικαστές, οι judici ecclesiastici. Ο υποψήφιος έπρεπε να αποδείξει ότι κατείχε τα τρία προσόντα της ευγένειας. Δηλαδή αυτός, ο πατέρας του και ο παππούς του δεν έπρεπε να είχαν ασκήσει «βάναυση τέχνη», δηλαδή χειρωνακτική εργασία, εκτός του χρυσοχόου, του φαρμακοποιού ή του πωλητή έργων τέχνης. Απο το Μάρτη του 1599 αποκλείστηκαν απο το Libro d’Oro και τα νόθα παιδιά των ευγενών.
Η τάξη των ευγενών στην Κέρκυρα σχηματίστηκε από διάφορα στοιχεία και περιελάμβανε διακεκριμένες παλαιές κερκυραϊκές οικογένειες, άλλες που είχαν μεταναστεύσει από την Ιταλία, πολλές οι οποίες μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους κατέφυγαν στην Κέρκυρα, η οποία θεωρείτο ασφαλής και τέλος άλλες που κατέφυγαν πάλι στην Κέρκυρα ύστερα απο την πτώση της Κρήτης και της Πελοποννήσου.
Την εσωτερική διοίκηση εκπροσωπούσαν τρεις σύνδικοι, τους οποίους εξέλεγε το Συμβούλιο της Κοινότητας, το λεγόμενο Κονσέγιο. Το συμβούλιο αυτό (Consejo della Comunità, Consejo della Città, ή και απλώς Consejo), αποτελούνταν αρχικά απο εβδομήντα μελη, αργότερα απο εκατόν πενήντα και στο τέλος απο εξήντα μελη, πάντα απο την κλάσση των ευγενών. Και το Κονσέγιο αυτό εκλεγόταν από το Γενικό Συμβούλιο, που απαρτιζόταν από όλους ανεξαιρέτως τους ευγενείς του νησιού.
Επειδή περί τα μέσα του 16ου αιώνα προέκυψαν διάφορες παρατυπίες περί την αναγνώριση των προσόντων της ευγένειας και καθώς υπήρχαν άτομα που είχαν, με εξαγορά ή άλλους τρόπους, εμφανίσει αμφισβητούμενα προσόντα, από το έτος 1572 αποφασίστηκε ο σχηματισμός μιας Χρυσοβίβλου, το γνωστό Libro d’Oro. Στο Libro d’Oro καταχωρίζονταν τα ονόματα των ευγενών οικογενειών το δε φύλλο της, στο οποίο αναφερόνταν ο νεοεκλεγείς ευγενής, έφερε την υπογραφή του Βάιλου.
Η εγγραφή στο Libro d’Oro αποτελούσε απλά την προυπόθεση για την εισαγωγή στο Συμβούλιο των ευγενών του νησιού και χορηγούσε στα μέλη του Συμβουλίου δικαιώματα στην αυτοδιοίκηση κλπ. Δηλαδή υπήρχε διαφορά μεταξύ της εγγραφής στο Libro d’Orο και της απονομής κληρονομικού τίτλου ευγένειας (κόμη, βαρώνου κλπ). Επομένως το να ήταν κανείς μέλος του Συμβουλίου των ευγενών δεν εσήμαινε ότι ήταν και τιτλούχος. (Αυτοί οι τελευταίοι ήταν πολύ λιγότεροι).
Για να εγγραφεί κανείς στο Libro d’oro, έπρεπε να αποδείξει ότι συμπλήρωσε το εικοστό έτος και ότι είναι γνήσιο εκ νομίμου γάμου τέκνο. Την γνησιότητα των τεκνών έκριναν ειδικοί δικαστές, οι judici ecclesiastici. Ο υποψήφιος έπρεπε να αποδείξει ότι κατείχε τα τρία προσόντα της ευγένειας. Δηλαδή αυτός, ο πατέρας του και ο παππούς του δεν έπρεπε να είχαν ασκήσει «βάναυση τέχνη», δηλαδή χειρωνακτική εργασία, εκτός του χρυσοχόου, του φαρμακοποιού ή του πωλητή έργων τέχνης. Απο το Μάρτη του 1599 αποκλείστηκαν απο το Libro d’Oro και τα νόθα παιδιά των ευγενών.
Τέλος, η συμμετοχή στο Γενικό Συμβούλιο προΰπέθετε μόνιμη κατοικία στην πόλη, κάποιου είδους ιδιοκτησία ή άσκηση κοινωνικής λειτουργίας που προσέδιδε ανάλογο κύρος. Το δικαίωμα συμμετοχής λοιπόν σχετίζονταν περισσότερο με την δυνατότητα διαρκούς παρουσίας στην πόλη, με μια σχέση ιδιοκτησίας στον ίδιο χώρο ή με προσόντα ικανά να αντισταθμίσουν παρόμοια έλλειψη, παρά με την αποκλειστική ιδιοκτησία γης στην ύπαιθρο.
Η ιδιότητα που είχε αποκτήσει Επτανήσιος, ουδέποτε έλαβε γενική θεσμική αναγνώριση και ισχύ παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες. Οι Επτανήσιοι ευγενείς δεν είχαν την αναγνώριση του τίτλου στην Μητρόπολη και ο τίτλος τους αναγνωρίζονταν μόνο εκτός αυτής, δηλαδή στον τόπο καταγωγής και δράσης τους καθώς και στις υπόλοιπες κτήσεις του Stato da Mar. Διαφορετική ρύθμιση υπήρχε για τους ευγενείς της Κρήτης.
Το Libro d’Oro παρέμεινε μέχρι την πτώση της Βενετίας, το 1797. Όταν αποβιβάστηκαν οι δημοκρατικοί Γάλλοι στην Κέρκυρα, φέρνοντας καινούργιες ιδέες και καταλύοντας το αριστοκρατικό πολίτευμα, ο λαός πανηγύρισε βλέποντας τους σαν απελευθερωτές. Ανάμεσα στις εκδηλώσεις τις εποχής έχουμε το φύτεμα του δέντρου της ελευθερίας στην κάτω πλατεία.
Η τελετή πλαισιώθηκε με λαϊκό γεύμα, στο οποίο προσφέρθηκε άφθονο κρασί, μοιράστηκαν χρήματα στους φτωχούς και τέλος η γιορτή έκλεισε με λαϊκούς χορούς. Μέσα στο θόρυβο της λαμπρής αυτής γιορτής παραδόθηκε στις φλόγες η σημαία της Βενετίας, ενώ στη θέση της υψώθηκε η σημαία των Γάλλων. Η πράξη αυτή, γράφτηκε στα πρακτικά του Δημαρχείου. Ενώ όμως κάηκε η σημαία λησμονήθηκε φαίνεται η δεύτερη πράξη της φωτιάς, που ήταν το κάψιμο του «χρυσού βιβλίου», μέσα στο οποίο από αιώνες, γράφονταν οι ευγενείς και τα παιδιά τους. Η παράλειψη αυτή εξερέθισε το λαό, ιδιαίτερα δε τους χωρικούς, οι οποίοι παραπονέθηκαν με αναφορά τους στον γάλλο στρατηγό Γεντιλί. «Ελπίδα μας» γράφανε, «ήταν να δούμε στη φωτιά το χρυσό βιβλίο και τους τόμους, τα διπλώματα με τα προνόμια και τα αξιώματα των ευγενών».
Ο Γεντιλί, έστειλε την αναφορά στο Δημαρχείο και οι σύνεδροι διατάξανε όχι μονάχα να καεί το χρυσό βιβλίο, αλλά να καταστραφούν και όλα τα οικόσημα και τα εμβλήματα που θύμιζαν το προηγούμενο καθεστώς. Η απόφαση αυτή έχει ημερομηνία 6 Ιουλίου 1797. Μετά δε την απόφαση, το Δημαρχείο εξέδωσε και σχετική προκήρυξη.
Μετά την έκδοση της προκηρύξεως, το χρυσό βιβλίο και οι περγαμηνές των προνομίων, ρίχτηκαν στη φωτιά. Πλήθος δε κόσμου, με επικεφαλής τους νόθους των ευγενών, γύρισε παντού με σκάλες στους ώμους και κατέστρεφε τους λέοντες και τα σύμβολα της αριστοκρατίας.
Και όσον αφορά βέβαια τα σήματα και τους λέοντες, δεν προξενήθηκε ζημιά αξιόλογη. Το κάψιμο όμως των εγγράφων και των περγαμηνών, ήταν για την ιστορία ζημιά ανεπανόρθωτη, χωρίς καμιά ωφέλεια για το λαό, διότι με το κάψιμο δεν ήταν δυνατόν να σβηστεί μια ιστορία αιώνων.
Σαν πρώτη πηγή έχουμε τον Μαρμορα, ο οποίος το 1672 μας δίνει τον ακριβή αριθμό (112) και τα ονόματα των οικογενειών των ευγενών στην Κέρκυρα:
Alipuzza Altavilla Antiocho Arcudi Argiro Argiropulo Assimopulo Avloniti Avrami Bacco Baglairin Bambati Baffan Bellanda Beneviti Bua Bulgari Calichiopoulo Calogera Calotheto Camali Canalioti Capadoca Capello Caridà Cariofilo Castrici Cavalari Cavassila Capodistria Cazaiti Cochini Colità Comi Damilo Digoti Dimani Dondi Doria Dramitino Eparcho Festa Figlio Fiomaco Floro Fortio Galiello Gafin Geromeriati Giropetri Giustinian Gonemi Grapsa Lanza Lepegnoti Lisgarà Lucani Lupinà Louvro Marcoran Marmora Masaraki Mastraka Metaxà Midei Minio Morello Mosco Mostoxidi Mozzanega Padouan Palatianò Palazzuol Pandin Pangali Paniperi Papadato Pendamodi Petretin Piero Polilà Politi Prossalendi Quartano Rarturo Reseletti Schiadà Reggini Ricchi Risicari Roditi Rodostamo Romanò Sachlichi Soffianò Spada Spanopulo Spinelli Stefanopoulo Theotochi Tomopulo Trandafilo Triferò Triuolli Vandalacchi Vassilato Veia Venier Vervizioti Vlassopulo Vuglessi Zacchi.
Αργότερα ο Χιώτης στο “Αρχοντολόγιον Κερκύρας” αναφέρει τα ίδια, προσθέτοντας άλλα 13:
Cercofilo Cigala Condocali Dandolo Dellacina Louro Paladan Scordilli Sordina Stratigo Turlini Varucca Vejia(Daveja)
O Dondi το 1764 προσθέτει ακόμη άλλα 9 ονόματα:
Ceruli Conti Dezorzi Gangadi Gialina Lascari Mazzoleni Papadopoli Valsamachi
Από άλλη πηγή , από πρακτικά του Συμβουλίου της Κέρκυρας, έχουμε και τα εξής ονόματα :
Acquila Cuvarà Moriona Seriopotan
Allagatela Damutali Masachiti Sfendoni
Allamano Deligoti Neofito Sifando
Antipa Della Bionda Nomico Sinadino
Archiglioti Doxarà Parastathi Spandulin
Artavani Dragomano Parengo Spatafora
Badoer Fideo Pecatór Specier
Bamburi Forcigo Planudi Speco
Brendano Franco Pocatera Statieri
Burglion Gazzolin Pollare Stiarco
Cacavella Gritti Potho Suvlachi
Cacopsofi Laturo Pramatefti Triuli
Cadondi Leondarachi Publia Troilo
Calucin Leondari Regina Vergi
Carioti Longoviti Regulo Vlassi
Chiprianò Mandigusti Sarandari Vondilanghi
Civanelli Manolesso Romio Vracliotti
Cladi Marchetto Schiada Zandi
Coliva Marulli Schiavoni
Crochidà Masti Scura
Cumbi Mavrochefalo Scutari
Eπιπλέον ο Σ.Κ. Θεοτόκης, στο “Αναμνηστικό τεύχος” (τομος Α), εκτός απο τα παραπάνω, προσθέτει τα παρακάτω ονόματα, συμπληρώνοντας έτσι τον έλεγχο των ευγενών οικογενειών της Κέρκυρας κατά την Βενετοκρατία:
Anastassi Calicò Culuri Dessateli
Anesini Caliva Cursari Evretopulo
Antonato Callergi Dacorò Gliopulo
Aspruliano Calutsico Damodò Glissuradachi
Borsorsich Cavoli Darmero Larvaro
Brochini Cherchireo Davidi Lentesuri
Cacuri Condari Decadio Lidi
Calcina Consola Deputado Livrinà
Lumbardo Mavrogeni Pienero Sivati
Macedo Moscoviti Rendi Solomò
Marino Nucio Rimadoro Spirghì
Marizza Papadimitropulo Rocochefalo Spiri
Mavro Paramani Schirioti Stamitsa
Mavromati Perdicari Sivanchi Vaimi
Vatatsi
Πρέπει να προσθέσουμε επίσης και δύο οικογένειες ευγενών οι οποίες δεν ήταν κατεχωρημένες στο Libro d’oro της Κέρκυρας γιατί, αν και κατοικούσαν στην Κέρκυρα, ανήκαν σε άλλες βενετοκρατούμενες ελληνικές κοινότητες του Μοριά:
Dusmani – Lando
Το 1791 προστέθηκαν στο Libro d’oro ακόμη δύο οικογένειες, Arliotti και Chiriachi, και το 1797, μία τελευταία, Albana.
Συνολικά λοιπόν στο Libro d’oro της Κέρκυρας ήταν γραμμένες 227 βενετικές οικογένειες ευγενών. Απο αυτές, στα τέλη του του 19ου αιώνα είχαν μείνει μόνο 21, οι ακόλουθες:
Arliotti Cerulli Pieri Rodostamo
Bulgari Dusmani Polila Saclichi
Calogera Gialina Prossalendi Sordina
Capello Lando Quartano Teotochi
Capodistria Marmora Ricchi Trivoli
Vracliotti
* * *
Μετά την ήττα των Δημοκρατικών Γάλλων εκ μέρους των Ρωσσοτούρκων επανήλθε το αριστοκρατικό πολίτευμα και το 1799 δόθηκε εντολή στον διευθυντή του Αρχείου Κερκύρας, Καλογερά, να συνάξει ένα καινούργιο Libro d’oro αναγράφοντας τα ονόματα, τις ημερομηνίες γέννησης κλπ όλων των ευγενών της Κέρκυρας, ενηλίκων και ανηλίκων.
Το 1803, με το καινούργιο σύνταγμα των Ιονίων Νήσων, το οποίο είχε εγγκριθεί απο τις προστάτιδες δυνάμεις, ξαναδόθηκαν στους ευγενείς όλα τα δικαιώματα και τα προνόμια του παρελθόντος, θεσπίζοντας σε 90 τον αριθμό των μελών του του Μεγάλου Συμβουλίου της Κέρκυρας.
Ο κόμης Γεώργιος Μοντσενίγος, πληρεξούσιος του τσάρου στα Επτάνησα θέσπισε την εγγραφή στο Libro d’ oro ενός ορισμένου αριθμού ξένων ευγενών ή ντόπιων οικογενειών αστών (bourgeoises), ώστε ο συνολικός αριθμός να φτάσει τις 90.
Αυτό το καινούργιο λίμπρο ντ’ όρο του 1803 περιείχε 90 οικογένεις λοιπόν, απο τις οποίες μόνο 38 προέρχονταν απο την βενετική εποχή. Όλες οι υπόλοιπες ήταν οικογένειες ευγενών οι οποίες έλαβαν τον τίτλο μετά την πτώση της Βενετίας.
Οι τίτλοι έμειναν και κατά την επάνοδο των Αυτοκρατορικών Γάλλων το 1807 και κατά την Αγγλική Προστασία για να λήξουν οριστικά το 1864 με την ένωση στην Ελλάδα. Το ελληνικό σύνταγμα δεν ακύρωσε τους τίτλους μεν, αλλά ούτε καν τους αναγνώρισε, βασει του άρθρου 3§3: ” Είς πολίτας Έλληνας τίτλοι ευγενείας ή διακρίσεως ούτε απονέμονται ,ούτε αναγνωρίζονται “.
πηγές : Σπύρος Γασπαρινάτος ” Η Βενετοκρατία στα νησιά του Ιονίου Πελάγους”, Σπύρος Κατσαρός “Ιστορία της Κέρκυρας”, Αντώνιος Αγιούς “Τα Κερκυραικά”, Eugene Rizo Rangabè ” Livre d’or de la noblesse ionienne”
Η ιδιότητα που είχε αποκτήσει Επτανήσιος, ουδέποτε έλαβε γενική θεσμική αναγνώριση και ισχύ παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες. Οι Επτανήσιοι ευγενείς δεν είχαν την αναγνώριση του τίτλου στην Μητρόπολη και ο τίτλος τους αναγνωρίζονταν μόνο εκτός αυτής, δηλαδή στον τόπο καταγωγής και δράσης τους καθώς και στις υπόλοιπες κτήσεις του Stato da Mar. Διαφορετική ρύθμιση υπήρχε για τους ευγενείς της Κρήτης.
Το Libro d’Oro παρέμεινε μέχρι την πτώση της Βενετίας, το 1797. Όταν αποβιβάστηκαν οι δημοκρατικοί Γάλλοι στην Κέρκυρα, φέρνοντας καινούργιες ιδέες και καταλύοντας το αριστοκρατικό πολίτευμα, ο λαός πανηγύρισε βλέποντας τους σαν απελευθερωτές. Ανάμεσα στις εκδηλώσεις τις εποχής έχουμε το φύτεμα του δέντρου της ελευθερίας στην κάτω πλατεία.
Η τελετή πλαισιώθηκε με λαϊκό γεύμα, στο οποίο προσφέρθηκε άφθονο κρασί, μοιράστηκαν χρήματα στους φτωχούς και τέλος η γιορτή έκλεισε με λαϊκούς χορούς. Μέσα στο θόρυβο της λαμπρής αυτής γιορτής παραδόθηκε στις φλόγες η σημαία της Βενετίας, ενώ στη θέση της υψώθηκε η σημαία των Γάλλων. Η πράξη αυτή, γράφτηκε στα πρακτικά του Δημαρχείου. Ενώ όμως κάηκε η σημαία λησμονήθηκε φαίνεται η δεύτερη πράξη της φωτιάς, που ήταν το κάψιμο του «χρυσού βιβλίου», μέσα στο οποίο από αιώνες, γράφονταν οι ευγενείς και τα παιδιά τους. Η παράλειψη αυτή εξερέθισε το λαό, ιδιαίτερα δε τους χωρικούς, οι οποίοι παραπονέθηκαν με αναφορά τους στον γάλλο στρατηγό Γεντιλί. «Ελπίδα μας» γράφανε, «ήταν να δούμε στη φωτιά το χρυσό βιβλίο και τους τόμους, τα διπλώματα με τα προνόμια και τα αξιώματα των ευγενών».
Ο Γεντιλί, έστειλε την αναφορά στο Δημαρχείο και οι σύνεδροι διατάξανε όχι μονάχα να καεί το χρυσό βιβλίο, αλλά να καταστραφούν και όλα τα οικόσημα και τα εμβλήματα που θύμιζαν το προηγούμενο καθεστώς. Η απόφαση αυτή έχει ημερομηνία 6 Ιουλίου 1797. Μετά δε την απόφαση, το Δημαρχείο εξέδωσε και σχετική προκήρυξη.
Μετά την έκδοση της προκηρύξεως, το χρυσό βιβλίο και οι περγαμηνές των προνομίων, ρίχτηκαν στη φωτιά. Πλήθος δε κόσμου, με επικεφαλής τους νόθους των ευγενών, γύρισε παντού με σκάλες στους ώμους και κατέστρεφε τους λέοντες και τα σύμβολα της αριστοκρατίας.
Και όσον αφορά βέβαια τα σήματα και τους λέοντες, δεν προξενήθηκε ζημιά αξιόλογη. Το κάψιμο όμως των εγγράφων και των περγαμηνών, ήταν για την ιστορία ζημιά ανεπανόρθωτη, χωρίς καμιά ωφέλεια για το λαό, διότι με το κάψιμο δεν ήταν δυνατόν να σβηστεί μια ιστορία αιώνων.
Σαν πρώτη πηγή έχουμε τον Μαρμορα, ο οποίος το 1672 μας δίνει τον ακριβή αριθμό (112) και τα ονόματα των οικογενειών των ευγενών στην Κέρκυρα:
Alipuzza Altavilla Antiocho Arcudi Argiro Argiropulo Assimopulo Avloniti Avrami Bacco Baglairin Bambati Baffan Bellanda Beneviti Bua Bulgari Calichiopoulo Calogera Calotheto Camali Canalioti Capadoca Capello Caridà Cariofilo Castrici Cavalari Cavassila Capodistria Cazaiti Cochini Colità Comi Damilo Digoti Dimani Dondi Doria Dramitino Eparcho Festa Figlio Fiomaco Floro Fortio Galiello Gafin Geromeriati Giropetri Giustinian Gonemi Grapsa Lanza Lepegnoti Lisgarà Lucani Lupinà Louvro Marcoran Marmora Masaraki Mastraka Metaxà Midei Minio Morello Mosco Mostoxidi Mozzanega Padouan Palatianò Palazzuol Pandin Pangali Paniperi Papadato Pendamodi Petretin Piero Polilà Politi Prossalendi Quartano Rarturo Reseletti Schiadà Reggini Ricchi Risicari Roditi Rodostamo Romanò Sachlichi Soffianò Spada Spanopulo Spinelli Stefanopoulo Theotochi Tomopulo Trandafilo Triferò Triuolli Vandalacchi Vassilato Veia Venier Vervizioti Vlassopulo Vuglessi Zacchi.
Αργότερα ο Χιώτης στο “Αρχοντολόγιον Κερκύρας” αναφέρει τα ίδια, προσθέτοντας άλλα 13:
Cercofilo Cigala Condocali Dandolo Dellacina Louro Paladan Scordilli Sordina Stratigo Turlini Varucca Vejia(Daveja)
O Dondi το 1764 προσθέτει ακόμη άλλα 9 ονόματα:
Ceruli Conti Dezorzi Gangadi Gialina Lascari Mazzoleni Papadopoli Valsamachi
Από άλλη πηγή , από πρακτικά του Συμβουλίου της Κέρκυρας, έχουμε και τα εξής ονόματα :
Acquila Cuvarà Moriona Seriopotan
Allagatela Damutali Masachiti Sfendoni
Allamano Deligoti Neofito Sifando
Antipa Della Bionda Nomico Sinadino
Archiglioti Doxarà Parastathi Spandulin
Artavani Dragomano Parengo Spatafora
Badoer Fideo Pecatór Specier
Bamburi Forcigo Planudi Speco
Brendano Franco Pocatera Statieri
Burglion Gazzolin Pollare Stiarco
Cacavella Gritti Potho Suvlachi
Cacopsofi Laturo Pramatefti Triuli
Cadondi Leondarachi Publia Troilo
Calucin Leondari Regina Vergi
Carioti Longoviti Regulo Vlassi
Chiprianò Mandigusti Sarandari Vondilanghi
Civanelli Manolesso Romio Vracliotti
Cladi Marchetto Schiada Zandi
Coliva Marulli Schiavoni
Crochidà Masti Scura
Cumbi Mavrochefalo Scutari
Eπιπλέον ο Σ.Κ. Θεοτόκης, στο “Αναμνηστικό τεύχος” (τομος Α), εκτός απο τα παραπάνω, προσθέτει τα παρακάτω ονόματα, συμπληρώνοντας έτσι τον έλεγχο των ευγενών οικογενειών της Κέρκυρας κατά την Βενετοκρατία:
Anastassi Calicò Culuri Dessateli
Anesini Caliva Cursari Evretopulo
Antonato Callergi Dacorò Gliopulo
Aspruliano Calutsico Damodò Glissuradachi
Borsorsich Cavoli Darmero Larvaro
Brochini Cherchireo Davidi Lentesuri
Cacuri Condari Decadio Lidi
Calcina Consola Deputado Livrinà
Lumbardo Mavrogeni Pienero Sivati
Macedo Moscoviti Rendi Solomò
Marino Nucio Rimadoro Spirghì
Marizza Papadimitropulo Rocochefalo Spiri
Mavro Paramani Schirioti Stamitsa
Mavromati Perdicari Sivanchi Vaimi
Vatatsi
Πρέπει να προσθέσουμε επίσης και δύο οικογένειες ευγενών οι οποίες δεν ήταν κατεχωρημένες στο Libro d’oro της Κέρκυρας γιατί, αν και κατοικούσαν στην Κέρκυρα, ανήκαν σε άλλες βενετοκρατούμενες ελληνικές κοινότητες του Μοριά:
Dusmani – Lando
Το 1791 προστέθηκαν στο Libro d’oro ακόμη δύο οικογένειες, Arliotti και Chiriachi, και το 1797, μία τελευταία, Albana.
Συνολικά λοιπόν στο Libro d’oro της Κέρκυρας ήταν γραμμένες 227 βενετικές οικογένειες ευγενών. Απο αυτές, στα τέλη του του 19ου αιώνα είχαν μείνει μόνο 21, οι ακόλουθες:
Arliotti Cerulli Pieri Rodostamo
Bulgari Dusmani Polila Saclichi
Calogera Gialina Prossalendi Sordina
Capello Lando Quartano Teotochi
Capodistria Marmora Ricchi Trivoli
Vracliotti
* * *
Μετά την ήττα των Δημοκρατικών Γάλλων εκ μέρους των Ρωσσοτούρκων επανήλθε το αριστοκρατικό πολίτευμα και το 1799 δόθηκε εντολή στον διευθυντή του Αρχείου Κερκύρας, Καλογερά, να συνάξει ένα καινούργιο Libro d’oro αναγράφοντας τα ονόματα, τις ημερομηνίες γέννησης κλπ όλων των ευγενών της Κέρκυρας, ενηλίκων και ανηλίκων.
Το 1803, με το καινούργιο σύνταγμα των Ιονίων Νήσων, το οποίο είχε εγγκριθεί απο τις προστάτιδες δυνάμεις, ξαναδόθηκαν στους ευγενείς όλα τα δικαιώματα και τα προνόμια του παρελθόντος, θεσπίζοντας σε 90 τον αριθμό των μελών του του Μεγάλου Συμβουλίου της Κέρκυρας.
Ο κόμης Γεώργιος Μοντσενίγος, πληρεξούσιος του τσάρου στα Επτάνησα θέσπισε την εγγραφή στο Libro d’ oro ενός ορισμένου αριθμού ξένων ευγενών ή ντόπιων οικογενειών αστών (bourgeoises), ώστε ο συνολικός αριθμός να φτάσει τις 90.
Αυτό το καινούργιο λίμπρο ντ’ όρο του 1803 περιείχε 90 οικογένεις λοιπόν, απο τις οποίες μόνο 38 προέρχονταν απο την βενετική εποχή. Όλες οι υπόλοιπες ήταν οικογένειες ευγενών οι οποίες έλαβαν τον τίτλο μετά την πτώση της Βενετίας.
Οι τίτλοι έμειναν και κατά την επάνοδο των Αυτοκρατορικών Γάλλων το 1807 και κατά την Αγγλική Προστασία για να λήξουν οριστικά το 1864 με την ένωση στην Ελλάδα. Το ελληνικό σύνταγμα δεν ακύρωσε τους τίτλους μεν, αλλά ούτε καν τους αναγνώρισε, βασει του άρθρου 3§3: ” Είς πολίτας Έλληνας τίτλοι ευγενείας ή διακρίσεως ούτε απονέμονται ,ούτε αναγνωρίζονται “.
πηγές : Σπύρος Γασπαρινάτος ” Η Βενετοκρατία στα νησιά του Ιονίου Πελάγους”, Σπύρος Κατσαρός “Ιστορία της Κέρκυρας”, Αντώνιος Αγιούς “Τα Κερκυραικά”, Eugene Rizo Rangabè ” Livre d’or de la noblesse ionienne”
Post A Comment: