Το Κερκυραϊκό Περγαμόντο (en: Corfiot Bergamot, it: Bergamotto Corfiota) αποτελεί ποικιλία του Περγαμόντου (Citrus bergamia - "Κίτρον Περγάμιο") του γένους Κίτρος.
Το δέντρο Περγαμόντο (Citrus bergamia) είναι εσπεριδοειδές και ανήκει στην οικογένεια των Ρυτοειδών. Το Κερκυραϊκό Περγαμόντο είναι δέντρο αειθαλές, σχετικά μικρό σε μέγεθος με μέγιστο ύψος 3-4 μέτρα και διάμετρο στέμματος που δεν ξεπερνά τα 4 μέτρα.
Τα κλαδιά του Κερκυραϊκού Περγαμόντου είναι ακανόνιστα, απλωτά και φέρουν μικρά αγκάθια (max 1,5 cm)τα οποία εκφύονται από τον ίδιο οφθαλμό και ταυτόχρονα με το φύλλο.
Τα βλαστάρια του Κερκυραϊκού Περγαμόντου είναι χρώματος ανοικτού πράσινου. Τα φύλλα του είναι μεγάλα, λογχοειδή χωρίς πτερύγια (με ελάχιστο ίχνος πτερυγίων).
Τα άνθη του Κερκυραϊκού Περγαμόντου είναι υπόγυνα, τέλεια, λεύκα. Από μικτό οφθαλμό εμφανίζεται ποδίσκος από τον οποίο εμφανίζονται από ένα (1) έως και εννέα (9) άνθη τα οποία αναπτύσσονται και ανοίγουν διαδοχικά.
Οι καρποί είναι σχετικά μεγάλοι σφαιρικοί, μεγαλώνουν σε ομάδες και έχουν χρώμα πράσινο κατά την ανάπτυξη και ανοιχτό κίτρινο στην ωρίμανση τους.
Η ωρίμανση του Κερκυραϊκού Περγαμόντου γίνεται περίπου οκτώ μήνες μετά την ανθοφορία. Η βασική παραγωγή (Ανοιξιάτικη ανθοφορία) συλλέγεται Δεκέμβριο - Ιανουάριο.
Οι καρποί του Κερκυραϊκού Περγαμόντου έχουν προεξέχουσες κορυφές με ανθεκτικούς στήμονες. Η 'σάρκα' τους (που αντιστοιχεί στο ενδοκάρπιο) είναι πολύ μικρή σε σχέση με το συνολικό μέγεθος του φρούτου και χωρίζεται σε τμήματα (σκελίδες ή φέτες). Το χρώμα της είναι υποπράσινο.
Κάθε φέτα περιβάλλεται από ινώδη ιστό λευκού χρώματος (ράκος). Στο εσωτερικό της κάθε φέτας υπάρχουν πολλά ασκίδια, τα κύτταρα της σάρκας που είναι γεμάτα χυμό καθώς και μέχρι 3 σπόρια , αλλά μπορεί να υπάρχουν και φέτες χωρίς καθόλου σπόρια.
Ο εξωτερικός φλοιός (flavedo) είναι έντονα ρυτιδωμένος με μεγάλους ελαιογόνους αδένες και θύλακες αιθέριου ελαίου. Το εξωτερικό τμήμα του φλοιού περιέχει το μεγαλύτερο μέρος του αιθέριου ελαίου.
Το εσωτερικό τμήμα του φλοιού (albedo) είναι λευκό, παχύ έως και 2,5 εκατοστά και φέρει ποσότητα αιθέριου ελαίου σε διακριτά ασκίδια και ελαιογόνους αδένες. Η λευκή σάρκα δεν έχει την κολλώδη υφή που έχει ο εσωτερικός φλοιός του κίτρου.
Λόγω των δυσκολιών που έχει η καλλιέργεια του αλλά και της μεγάλης παραγωγικότητας καρπών, το φυτό δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο.
Συναντάται είτε σε αρχοντικά είτε σε περιοχές όπου γίνεται συστηματική καλλιέργεια εσπεριδοειδών κυρίως στην περιοχή των Πάγων και του Περάματος.
Το μέγεθος του καρπού ποικίλει ανάλογα με τις συνθήκες. Εχουν παραχθεί και φρούτα με διάμετρο 15-16 εκατοστά και βάρος 1,5 - 1,6 κιλών.
Το Κερκυραϊκό Περγαμόντο διαθέτει τα χαρακτηριστικά του ιστορικού και διαδεδομένου έως σήμερα "Κίτρου της Περγάμου"
Το Κερκυραϊκό Περγαμόντο δεν έχει παρά μόνο μακρινή σχέση προς τις ποικιλίες που καλλιεργούνται στην Ιταλία και την Πελοπόννησο.
Αν ξαναδούμε ΄την περιγραφή του Διοσκουρίδη:
"τά δέ Μηδικά λεγόμενα ή Περσικά ή κεδρόμηλα, Ρωμαιστί δέ κίτρια, πάσι γνώριμα· φυτόν γάρ έστι καρποφορούν δι’ όλου του έτους επαλλήλως, αυτό δέ το μήλον επίμηκες, ερρυτιδωμένον, χρυσίζουν τη χρόα, ευώδες μετά βάρους, σπέρμα έχον οπίω εοικός."
Μια ματιά στην εικόνα του Κερκυραϊκού Περγαμόντου δεν αφήνει καμία αμφιβολία πως πρόκειται για αυτό που περιγράφουν ως κίτρο με τις γνωστές από την αρχαιότητα θαυμαστές ιδιότητες.
Σύγκριση του Κερκυραϊκού Περγαμόντου με το Bergamut της Μικράς Ασίας μας οδηγεί ανεπιφύλακτα στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για το ίδιο αρχαίο Κίτρο της Περγάμου.
Δευτερεύουσες διαφορές όπως σφαιρικότεροι καρποί οφείλονται σε κλιματολογικούς και τοπικούς παράγοντες.
Κερκυραϊκό Περγαμόντο |
Bergamut Μικράς Ασίας |
Προέλευση - Ονομα - Ιστορία του Περγαμόντου
Τα εσπεριδοειδή ανήκουν στην οικογένεια Rutaceae, στην υποοικογένεια Aurantioideae, στην φυλή Citrae και στην υποφυλή Citrinae (Reuther, et. al.1967). Η υποοικογένεια Aurantioideae περιλαµβάνει το γένος Citrus και άλλα 32 συγγενή προς αυτό γένη.
Οι ακριβείς διαδροµές της διασποράς των εσπεριδοειδών από την προέλευσή τους είναι άγνωστες (Moore 2001) Ο πατέρας της βοτανικής Θεόφραστος το 310 π.Χ. ταξινόμησε το κίτρο µε το όνοµα µήλο μηδικό ή περσικό (medica Malus ή persicum Malus).
Τον πρώτο αιώνα μ.Χ., η καλλιέργειά του κίτρου έχει επεκταθεί και κατά την συνήθεια της εποχής αποκτά σύντομο Ελληνικό όνομα Κεδρίον και Ρωμαϊκό όνομα Cedro ή Citrus. O Διοσκουρίδης (40-90 μ.Χ.) γράφει : «τα δε μηδικά λεγόμενα ή περσικά ή κεδρόμηλα, ρωμαϊστί δε κίτρια, πάσι γνώριμα».
Τον 2ο αιώνα μ.Χ. ο Γαληνός βεβαιώνει ότι η αλλαγή της ονομασίας έχει πια εδραιωθεί: «ταύτης ο καρπός ουκέτι μήλον μηδικόν, αλλά κιτρίον υπό πάντων ονομάζεται».
Προς τον 3ο αιώνα μ.Χ. το Ρωμαϊκό όνομα έχει επικρατήσει ως αντιδάνειο και όπως αναφέρει ο Αθήναιος στους δειπνοσοφιστές "τούτοις εί τις αντιλέγειν έχει ότι μη τό νύν κιτρίον λεγόμενον σημαίνεται, σαφέστερα μαρτύρια παρατιθέσθω· καίτοι καί Φαινίου του Ερεσίου έννοιαν ημίν διδόντος μήποτε από τής κέδρου το κεδρίον ωνόμασται.". Και συμπληρώνει ο Θεόπομπος ο Χίος "Πάμφιλος δ’ εν ταίς Γλώσσαις Ρωμαίους φησίν αυτό κίτρον καλείν."
Η χρήση του Κίτρου επεκτίνεται συνεχώς. Στην αρχή αναφέρεται η χρήση του ως αρωματικό των υφασμάτων. Αργότερα τα φύλλα χρησιμοποιούνται για την κακοσμία του στόματος.
Τον 2ο αιώνα μ.Χ. το αιθέριο έλαιο, ο καρπός και τα κουκούτσια χρησιμοποιούνται ως φάρμακα και ειδικά ως αντίδοτο σε κάθε είδους δηλητήριο.
Το εθαίριο έλαιο πρώτα στην Περσία και αργότερα στα Ρωμαϊκά λουτρά χρησιμοποιείται ως χαλαρωτικό και αρωματικό. Ο Αθήναιος αναφέρει και την πρώτη ιατρική μαρμελάδα που παρσκευάζεται βράζοντας κίτρο σε μέλι ("εάν δέ τις έν μέλιτι Αττικώ όλον κιτρίον ώς έχει φύσεως συνεψήση μετά τού σπέρματος, διαλύεται μέν έν τώ μέλιτι, καί ο απ’ αυτού λαμβάνων έωθεν δύο ή τρείς δακτύλους ουδ’ οτιούν υπό φαρμάκου πείσεται.")
Καθώς η χρήση εξαπλώνεται κι άλλες ποικιλίες κίτρου έμφανίζονται. Ταυτόχρονα εμφανίζονται και υβρίδια από τη διασταύρωση του κίτρου με άλλα είδη κιτροπορτόκαλα (Citrus orange) και κιτρολέμονα (Citrus Lemon). Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι τα υβρίδια της Καλαβρίας στην Ιταλία όπου σύγχρονες αναλύσεις δείχνουν οτι αυτό προέρχεται από διασταύρωση Λεµονιά ή Λιµεττίας (πιθανά τα είδη Citrus aurantifolia x Citrus aurantium).
Ονομα
Ο Ομηρος αναφέρει ως Πέργαμα (τα υψηλά) την ακρόπολη της Τροίας. Στους μετέπειτα συγγραφείς αναφέρονται ως Πέργαμα οι ακροπόλεις και εν γένει τα κορυφαία και σπουδαία σημεία κάθε πόλης ή τόπου.
Μπορούμε επομένως να συμπεράνουμε ότι ως επιθετικός προσδιορισμός το Περγάμιον σημαίνει κορυφαίο. Σε αυτό συμφωνεί και το Lexikon Bibliotecha Regia Monacensis (Βλέπε κατωτέρω) στο λήμα Περγάμιον
Το Περγαμόντο αναφέρεται ως Κίτρο Περγάμιον
Βλέπουμε στο "Λεξικον ελληνογαλλικον (και γαλλοελληνικον) της λαλουμενης ελληνικης γλωσσης: ητοι καθαρευουσης και δημωδους", Αντώνιος Ηπίτης,1898 όπου διαβάζουμε "είδος ευχυμοτάτων πορτοκαλίων, παραγώντων ηδύ μύρον, περγαμότον, κίτρον Περγάμιον.".
Επίσης βλέπουμε "Κίτριον το Περγάμιον" στο Δελτίον της εταιρείας Κυπριακών Σπουδών τεύχος 15-17 έτους 1952,
Κίτρο το Περγάμιον σημαίνει :
- είτε "κίτρο της Περγάμου"
- είτε, μεταφορικά, "κίτρο το κορυφαίο" προφανώς λόγω του έντονου αρώματος και των φαρμακευτικών ιδιοτήτων που έχει και προκειμένου να διαφοροποιείται από τις άλλες ποικιλίες κίτρου και τα υβρίδια.
Στην δεύτερη αυτή ερμηνεία έρχεται υποστηρικτικά από το 77 μ.Χ. το κείμενο του Πλίνιου:
"sed nisi apud Medos et in Perside nasci noluit. haec est cuius grana Parthorum proceres incoquere diximus esculentis commendandi halitus gratia. nec alia arbor laudatur in Medis."
που σε ελεύθερη μετάφραση λέει "Αυτό είναι για τον οποίο είπαμε ότι ο αρχηγός των Πάρθων το προσθέτει στο μαγείρεμα των τροφών για να κάνει την ανάσα ευχάριστη. Κανένα άλλο δέντρο έχει επαινεθεί περισσότερο από τους Μήδους." (Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος, Φυσική Ιστορία)
Κατά τους Βυζαντινούς ή μεταβυζαντινούς χρόνους πρέπει το όνομα να μεταβλήθηκε σε "Περγαμότιον" και πέρασε τόσο στα Ιταλικά ως Pergamotto όσο και στην Τουρκική ως Bergamut.
(Pergamotta, Pergamotto Corso di Bot;anica Medico-Farmaceutica e di Mat;eria Medica, Antonio Targioni Tozzetti, Firenze, 1847, pag.310)
Αργότερα θα γίνει στη Γρεκάνικη Νότιο Ιταλία και θα καθιερωθεί ως Bergamotto.
Tο όνομα ξαναγύρισε στη Ελληνική (αντιδάνειο) ως "Περγαμότο" (4) και, με την προσθήκη του "ν" της μεγαλοπρεπείας, ως "Περγαμόντο"(2,3) (και οι δύο τύποι συναντιόνται στην Ελληνική).
Ποικιλίες Περγαμόντου στη Μεσόγειο
Μια λίστα με τις ποικιλίες του Περγαμόντου στη Μεσόγειο και τον κόσμο.
Το Περγαμόντο ήταν για πολλούς αιώνες το μυστικό άρωμα αλλά και φάρμακο της Ανατολής.
Ο Αθήναιος (2ος-3ος αιώνας μ.Χ,) αναφέρει τη χρήση για αρωματισμό του ρουχισμού αλλά και για την αντιμετώπιση της κακοσμίας του στόματος.
Οι πρακτικοί γιατροί από τον 1ο μ.Χ. αιώνα (Αθήναιος) και αργότερα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (του Βυζαντίου) και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χρησιμοποιούσαν το φρούτο και το αιθέριο έλαιο για την προστασία από ασθένειες αλλά και κυρίως ως αντίδοτο στα δηλητήρια.
Οι πρώτες μαρμελάδες με μέλι αναφέρονται ήδη στον Αθήναιο τον 2ο-3ο αιώνα μ.Χ.. Μετά το 800 μ.Χ. με την μεγάλη διάδοση της ζάχαρης το γλυκό του κουταλιού που παρασκευάζεται με τη φλούδα Περγαμόντου αλλά και τα λουκούμια που παρασκευάζονται με το αιθέριο έλαιο, γίνονται τόσο σημαντικό δώρο ώστε να καταχωρούνται στα πρωτόκολλα.
Από τον 17ο αιώνα παρακολουθούμε την εμφάνιση σε διάφορες περιοχές της Μεσογείου μιας σειράς από ποικιλίες-διασταυρώσεις του Περγαμόντου οι οποίες είτε μεταφέρονται από περιοχές της Ανατολής (Ινδία, Κίνα) είτε δημιουργούνται τοπικά από τη διασταύρωση του Περγαμόντου με άλλα είδη εσπεριδοειδών (Bergamot Orange, Bergamot Lemon).
Την περίοδο εκείνη (17ος αιώνας μ.Χ.) εμφανίζεται και στην Κέρκυρα και την Κεφαλονιά το 'Μοσχολέμονο' μια διασταύρωση του Κίτρου της Περγάμου (Περγαμόντου) με το λεμόνι. Το φυτό θα επικρατήσει στην Κεφαλονιά με το όνομα Περγαμόντο. Τα είδη αυτά δεν διαθέτουν αγκάθια και επειδή είναι διασταυρώσεις δεν πολλαπλασιάζονται με σπόρο.
Ειδικά τον 18ο, με την αλλαγή του κλίματος και τη μείωση των θερμοκρασιών στο παγκόσμιο κλίμα η καλλιέργεια του Περγαμόντου αναπτύσεται δυναμικά σε πιό νότιες θερμές περιοχές (Νότια Μικρά Ασία, Πελοπόνησσος, Νότια Ιταλία, Ιόνιο)
Τον 19o μ.Χ. αιώνα το Κερκυραϊκό Περγαμόντο σύμφωνα με τον Ian Bersten (TEA, 1939) αποτελεί τη βάση του φημισμένου τσαγιού Earl Grey
via
Post A Comment: