Το κάστρο του Αγγελόκαστρου στα δυτικά παράλια της Βόρειας Κέρκυρας κοντά στην Παλαιοκαστρίτσα αποτελεί ένα από τα τρία βυζαντινά κάστρα του νησιού. Θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά βυζαντινά φρούρια σε όλη την Ελλάδα και είναι χτισμένο πάνω σε έναν απότομο βράχο. Το γεγονός ότι χτίστηκε κάτι τέτοιο σε μία τόσο απαγορευτική τοποθεσία είναι από μόνο του άθλος.
Ο βράχος που το φιλοξενεί, συμπληρώνεται από το περιμετρικό απότομο τείχος, θεμελιωμένο τις περισσότερες φορές στο χείλος του γκρεμού. Κατά τη διάρκεια της ενετοκρατίας, το Αγγελόκαστρο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναχαίτιση επιδρομών των Οθωμανών. Η σημασία του φρουρίου αυτού μειώνεται μετά το 1550 όταν γνωρίζουν μεγάλη ανάπτυξη το Παλαιό και το Νέο Φρούριο της Κέρκυρας. Τον 19ο αιώνα έρχεται η εγκατάλειψη.
Λόγω του υψόμετρου –περίπου 300 μέτρα από το ύψος της θάλασσας – ιστορικά υπήρξε το ιδανικό σημείο για την επίβλεψη της Δυτικής Ακτής για πιθανές απειλές. Κατά την διάρκεια επιθέσεων οι κάτοικοι των κοντινών χωριών συσπειρωνόντουσαν εντός των τειχών του Αγγελόκαστρου Κέρκυρας καθώς υπήρχε αρκετός χώρος για να χωρέσουν και οι ίδιοι αλλά και τα ζωντανά τους και η φύση του φρουρίου έκανε μια πιθανή εισβολή σχεδόν αδύνατη. Κατά τις περιόδους ειρήνης η περιοχή αποτελούσε περιοχή εμπορίου και λατρείας. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα που έχουν έρθει στην επιφάνεια το Αγγελόκαστρο είχε πάντα σημαντική θέση στην ζωή της Κέρκυρας.
Υπάρχουν δύο εκκλησίες μέσα στο φρούριο, η εκκλησία των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και η εκκλησία της Αγίας Κυριακής (5ος-7ος αι. μ.Χ.). Η εκκλησία της Αγίας Κυριακής έχει χτιστεί κατευθείαν πάνω στον βράχο και θυμίζει σπηλιά. Έχει βρεθεί και ένα νεκροταφείο όπου η τάφοι είχαν σκαλιστεί πάνω στον βράχο, εάν και δεν έχει χρονολογηθεί ακόμα.
Θα σας συμβουλεύαμε να φορέσετε αθλητικά παπούτσια καθώς θα χρειαστεί να περπατήσετε ένα πολύ απότομο και ανώμαλο μονοπάτι για τουλάχιστον ένα τέταρτο. Μόλις όμως φτάσετε στην κορυφή και ξεκουραστείτε λιγάκι, η θέα θα σας επιβραβεύσει. Από κάποια συγκεκριμένα σημεία μπορείτε να δείτε τα γαλανά κύματα να χτυπάνε στους βράχους. Το Αγγελόκαστρο Κέρκυρας αποτελεί μία αξέχαστη εμπειρία την οποία προτείνουμε ανεπιφύλακτα σε όσους δεν φοβούνται τα ύψη!
Θρονιασμένες στην απόκρημνη κορυφή ενός λόφου, ο οποίος υψώνεται επιβλητικά στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού, βρίσκονται οι οχυρώσεις του βυζαντινού φρουρίου του Αγγελόκαστρου. Η θέα στην κορυφή του είναι έξοχη και από εκεί αγναντεύει κάποιος προς ένα ικανό τμήμα της βορειοδυτικής ακτογραμμής αλλά και προς το εσωτερικό του νησιού.
Αποτελεί το σημαντικότερο από τα καστέλλια της υπαίθρου. Η στρατηγική και απόρθητη θέση του, που ελέγχει μέρος της θαλάσσιας περιοχής της νότιας Αδριατικής, καθόρισε την τύχη και την πορεία της Κέρκυρας για πολλούς αιώνες και έπαιξε βασικό ρόλο στην άμυνα του νησιού
Δεν αποκλείεται η πρώτη πιθανή οχύρωση ή εγκατάσταση στον χώρο να συνέβη στους πρωτοβυζαντινούς χρόνους, 5ος – 6ος αιώνας. Αυτό δείχνουν ανασκαφικά ευρήματα αλλά και δύο παλαιοχριστιανικά θωράκια που διασώθηκαν στον χώρο.
Παρότι δεν υπάρχει μαρτυρία, αν εξετάσουμε το ιστορικό πλαίσιο του βυζαντινού κράτους κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, ίσως μπορούμε να δεχθούμε ότι οι Κομνηνοί αυτοκράτορες σχετίζονται με το Αγγελόκαστρο. Εκείνα τα χρόνια οι βυζαντινοί αποχαιρετούν για πάντα τις κτήσεις τους στη νότιο Ιταλία και η Κορυφώ γίνεται σύνορο ανάμεσα στο βυζαντινό κράτος και τους δυτικούς γείτονες.
Ίσως λοιπόν οι Κομνηνοί προέβησαν σε οχυρωματικά έργα στον χώρο προκειμένου να προστατεύσουν την Κέρκυρα από τον εκ δυσμάς κίνδυνο, δηλαδή τσου Νορμανδούς της Σικελίας, οι οποίοι είχαν καταστήσει το νησί επίκεντρο πολεμικών συγκρούσεων κατά τον 11ο και 12ο αιώνα.
Η Κέρκυρα εκείνα τα χρόνια ήταν περιζήτητη νύφη και τη διεκδικούσαν διάφοροι επίδοξοι μνηστήρες. Τελικά το 1267 την έριξαν στην αγκαλιά τους οι Ανδηγαυοί ηγεμόνες της Νάπολης. Το Αγγελόκαστρο όμως περιήλθε υπό την εξουσία τους μόλις το 1272 όταν καταλήφθηκε στο όνομα τους από τον Ιταλό Giordano di San Felice. Αυτό το μάθαμε από την έκθεση παραλαβής του κάστρου που αποτελεί την παλαιότερη ως τώρα γραπτή αναφορά σ' αυτό.
Στη σχετική έκθεση αναφέρονται αναλυτικά τα όπλα και τα εφόδια που βρέθηκαν στο καστέλλι και η ανάληψη της υπηρεσίας από νέους καστροφύλακες. Τότε ονομαζόταν Castrum Sancti Angeli και εκτός από άλλα οικοδομήματα που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της φρουράς ήταν εφοδιασμένο με στέρνες και ανεμόμυλο.
Ίσως λοιπόν οι Κομνηνοί προέβησαν σε οχυρωματικά έργα στον χώρο προκειμένου να προστατεύσουν την Κέρκυρα από τον εκ δυσμάς κίνδυνο, δηλαδή τσου Νορμανδούς της Σικελίας, οι οποίοι είχαν καταστήσει το νησί επίκεντρο πολεμικών συγκρούσεων κατά τον 11ο και 12ο αιώνα.
Η Κέρκυρα εκείνα τα χρόνια ήταν περιζήτητη νύφη και τη διεκδικούσαν διάφοροι επίδοξοι μνηστήρες. Τελικά το 1267 την έριξαν στην αγκαλιά τους οι Ανδηγαυοί ηγεμόνες της Νάπολης. Το Αγγελόκαστρο όμως περιήλθε υπό την εξουσία τους μόλις το 1272 όταν καταλήφθηκε στο όνομα τους από τον Ιταλό Giordano di San Felice. Αυτό το μάθαμε από την έκθεση παραλαβής του κάστρου που αποτελεί την παλαιότερη ως τώρα γραπτή αναφορά σ' αυτό.
Στη σχετική έκθεση αναφέρονται αναλυτικά τα όπλα και τα εφόδια που βρέθηκαν στο καστέλλι και η ανάληψη της υπηρεσίας από νέους καστροφύλακες. Τότε ονομαζόταν Castrum Sancti Angeli και εκτός από άλλα οικοδομήματα που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της φρουράς ήταν εφοδιασμένο με στέρνες και ανεμόμυλο.
Όπως μαρτυρούν άλλα τεκμήρια το Αγγελόκαστρο βρισκόταν διαρκώς σε λειτουργία επί Ανδηγαυών και η τοπική διοίκηση φρόντιζε ένα μέρος της εγχώριας παραγωγής προϊόντων να διατίθεται για τον εφοδιασμό του.
Κατά την προσάρτηση της Κέρκυρας στους Βενετσιάνους το 1386 το Αγγελόκαστρο κατείχε ο αξιωματούχος της Ανδηγαυικής διοίκησης Jacopo da Gaeta και αποτελούσε εστία αντίστασης πιστή στους Ανδηγαυούς. Κυριεύθηκε από τους Βενετούς τον Αύγουστο του 1386 δια της εφόδου. Στην επιχείρηση πήραν μέρος και πολλοί Κορφιάτες. Μάλιστα σε έγγραφο μνημονεύεται η καταβολή ανταμοιβής από μέρους της Βενετσιάνικης Γερουσίας στον Γεώργιο Γαρνέλη ο οποίος τραυματίστηκε κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων.
Οι επόμενες πολεμικές συγκρούσεις στον χώρο δεν άργησαν να έρθουν. Το 1403 μια ομάδα Γενοβέζων (ορκισμένων αντιπάλων των Βενετσιάνων) μισθοφόρων, καθ’οδόν προς την Παλαιστίνη, αποβιβάστηκε σε αυτή την πλευρά του νησιού.
Κατά την προσάρτηση της Κέρκυρας στους Βενετσιάνους το 1386 το Αγγελόκαστρο κατείχε ο αξιωματούχος της Ανδηγαυικής διοίκησης Jacopo da Gaeta και αποτελούσε εστία αντίστασης πιστή στους Ανδηγαυούς. Κυριεύθηκε από τους Βενετούς τον Αύγουστο του 1386 δια της εφόδου. Στην επιχείρηση πήραν μέρος και πολλοί Κορφιάτες. Μάλιστα σε έγγραφο μνημονεύεται η καταβολή ανταμοιβής από μέρους της Βενετσιάνικης Γερουσίας στον Γεώργιο Γαρνέλη ο οποίος τραυματίστηκε κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων.
Οι επόμενες πολεμικές συγκρούσεις στον χώρο δεν άργησαν να έρθουν. Το 1403 μια ομάδα Γενοβέζων (ορκισμένων αντιπάλων των Βενετσιάνων) μισθοφόρων, καθ’οδόν προς την Παλαιστίνη, αποβιβάστηκε σε αυτή την πλευρά του νησιού.
Αφού, σύμφωνα με θρύλο, λεηλάτησε τη μονή της Παλαιοκαστρίτσας επιτέθηκε εναντίον του Αγγελόκαστρου στο οποίο είχαν βρει καταφύγιο οι χωρικοί της γύρω περιοχής. Έπειτα από μακρόχρονο ασέδιο οι επιτιθέμενοι τα μάζεψαν και έφυγαν αφού οι αμυνόμενοι και οι ποπολάροι τους φάνηκαν πιο ζόρικοι απ’ ό,τι περίμεναν. Μάλιστα λέγεται ότι στην περιοχή των Δουκάδων μια ομάδα ντόπιας πολιτοφυλακής πλακώθηκε με τσου Γενοβέζους και τσου νίκησε.
Η επόμενη φορά που το Αγγελόκαστρο αντιμετώπισε επίδοξους κατακτητές ήταν το 1537 κατά την τουρκική πολιορκία. Οι Τούρκοι πολιορκούσαν ασφυκτικά την πόλη των Κορφών. Παράλληλα περνούσαν δια πυρρός και σιδήρου την κερκυραϊκή ύπαιθρο ειδικά όταν είδαν ότι οι προσπάθειες κατάληψης τση πόλης απέβαιναν άκαρπες.
Η επόμενη φορά που το Αγγελόκαστρο αντιμετώπισε επίδοξους κατακτητές ήταν το 1537 κατά την τουρκική πολιορκία. Οι Τούρκοι πολιορκούσαν ασφυκτικά την πόλη των Κορφών. Παράλληλα περνούσαν δια πυρρός και σιδήρου την κερκυραϊκή ύπαιθρο ειδικά όταν είδαν ότι οι προσπάθειες κατάληψης τση πόλης απέβαιναν άκαρπες.
Το Αγγελόκαστρο όμως αντιστάθηκε επιτυχώς στις επιθέσεις των Αγαρηνών οι οποίοι, σύμφωνα με τον ιστορικό Marco Guazzo επέδραμαν τέσσερις φορές εναντίον του αποτυγχάνοντας παταγωδώς και τις τέσσερις.
Μάλιστα κατά την τελευταία επίθεση τους πήραν στο κυνήγι οι αμυνόμενοι εκτοξεύοντας εναντίον τους πέτρες και βέλη. Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι στο κάστρο βρήκαν καταφύγιο περίπου 3000 (ίσως υπερβολικός αριθμός) ποπολάροι, αποφεύγοντας έτσι την αιχμαλωσία ή τον θάνατο. Γεγονός που προκαλεί έκπληξη αν κρίνει κανείς από τη στενότητα του χώρου.
Οι πολεμικές δραστηριότητες των Τούρκων στα πλαίσια των Ενετοτουρκικών πολέμων δεν έλεγαν να σταματήσουν. Το 1571 επιστρέφουν και πάλι με μια μικρότερης έκτασης αλλά εξίσου καταστροφική πολιορκία. Πάλι η φρουρά του Αγγελόκαστρου, στο οποίο είχαν βρει καταφύγιο γύρω στις 4000 ψυχές, αντιστάθηκε σθεναρά αποκρούοντας τις επιθέσεις των Τούρκων. Παρόμοια και στην πολιορκία του 1716, το κάστρο αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για τους κατοίκους των γύρω περιοχών.
Καθ’ όλη την διάρκεια της Ενετοκρατίας το Αγγελόκαστρο βρίσκεται πάντα στο προσκήνιο εφόσον η λειτουργία εξασφαλίζει την ασφάλεια της νήσου αλλά και την επιτήρηση της θαλάσσιας κίνησης στην Αδριατική, βασική μέριμνα της Σερενίσιμα. Ο διοικητής του με τον τίτλο του καστελλάνου συνήθως διοριζόταν από το Συμβούλιο τση πόλης των Κορφών για ένα χρόνο και ήταν ευγενής.
Επίσης πολλές φορές η φρουρά του ενισχύονταν με στρατιώτες που στρατολογούνταν από τα γύρω χωριά. Μετά το πέρας της Ενετικής κυριαρχίας το 1797 το Αγγελόκαστρο έχασε τη στρατηγική του σημασία.
Μάλιστα κατά την τελευταία επίθεση τους πήραν στο κυνήγι οι αμυνόμενοι εκτοξεύοντας εναντίον τους πέτρες και βέλη. Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι στο κάστρο βρήκαν καταφύγιο περίπου 3000 (ίσως υπερβολικός αριθμός) ποπολάροι, αποφεύγοντας έτσι την αιχμαλωσία ή τον θάνατο. Γεγονός που προκαλεί έκπληξη αν κρίνει κανείς από τη στενότητα του χώρου.
Οι πολεμικές δραστηριότητες των Τούρκων στα πλαίσια των Ενετοτουρκικών πολέμων δεν έλεγαν να σταματήσουν. Το 1571 επιστρέφουν και πάλι με μια μικρότερης έκτασης αλλά εξίσου καταστροφική πολιορκία. Πάλι η φρουρά του Αγγελόκαστρου, στο οποίο είχαν βρει καταφύγιο γύρω στις 4000 ψυχές, αντιστάθηκε σθεναρά αποκρούοντας τις επιθέσεις των Τούρκων. Παρόμοια και στην πολιορκία του 1716, το κάστρο αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για τους κατοίκους των γύρω περιοχών.
Καθ’ όλη την διάρκεια της Ενετοκρατίας το Αγγελόκαστρο βρίσκεται πάντα στο προσκήνιο εφόσον η λειτουργία εξασφαλίζει την ασφάλεια της νήσου αλλά και την επιτήρηση της θαλάσσιας κίνησης στην Αδριατική, βασική μέριμνα της Σερενίσιμα. Ο διοικητής του με τον τίτλο του καστελλάνου συνήθως διοριζόταν από το Συμβούλιο τση πόλης των Κορφών για ένα χρόνο και ήταν ευγενής.
Επίσης πολλές φορές η φρουρά του ενισχύονταν με στρατιώτες που στρατολογούνταν από τα γύρω χωριά. Μετά το πέρας της Ενετικής κυριαρχίας το 1797 το Αγγελόκαστρο έχασε τη στρατηγική του σημασία.
Οι Φρανσέζοι, Ρεπουμπλικάνοι αλλά και Αυτοκρατορικοί μάλλον το χρησιμοποίησαν μόνο ως παρατηρητήριο για την επόπτευση της περιοχής. Στα χρόνια των Εγγλέζων περιήλθε σε αχρηστία δεδομένων των αλλαγών που συνέβησαν στην πολεμική τέχνη. Έτσι αφέθηκε στα χέρια του χρόνου.
Από αυτό το άλλοτε μεγαλειώδες κτίσμα έχουν απομείνει λίγα τμήματα. Ευτυχώς όμως τα τελευταία χρόνια έγιναν εκτεταμένες επισκευές και αναστηλώσεις οι οποίες διέσωσαν ότι είχε απομείνει καθιστώντας το ένα αξιόλογο και επισκέψιμο μνημείο της Κερκυραϊκής υπαίθρου.
Στο φρούριο οδηγεί ένα μονοπάτι στην αρχή του οποίου έχουν εκσκαφεί τα θεμέλια της μονόχωρης εκκλησιάς του Αγίου Ιωάννη, άγνωστης εποχής. Το κάστρο αποτελείται από ένα προτείχισμα χαμηλά στο μέσο του απόκρημνου βράχου το οποίο καλύπτει όλη τη βόρεια και ανατολική πλευρά ενώ η δυτική και η νότια προστατεύονται από το απόκρημνο του εδάφους.
Στο ψηλότερο σημείο βρίσκεται η ακρόπολη με την κεντρική είσοδο στα βόρεια, την οποία προστατεύει κυκλικός πύργος. Απέναντι από την κύρια πύλη τα ερείπια των κτιρίων αποτελούσαν τα καταλύματα της φρουράς, ενώ τρεις υπόγειες δεξαμενές νερού επέτρεπαν την ύδρευση του κάστρου. Μικρή πύλη υπήρχε και στην νότια πλευρά. Τα τείχη είχαν επάλξεις που σώθηκαν μόνο στη βορειοδυτική γωνία της οχύρωσης.
Στα ανατολικά κάτω από τον μεγάλο όγκο βράχου είναι σκαμμένο μικρό παρεκκλήσι αφιερωμένο στην αγία Κυριακή με τοιχογραφίες του 18ου αιώνα και ένα περίτεχνο μαρμάρινο θωράκιο που προέρχεται πιθανόν από μια παλαιοχριστιανική βασιλική.
Από αυτό το άλλοτε μεγαλειώδες κτίσμα έχουν απομείνει λίγα τμήματα. Ευτυχώς όμως τα τελευταία χρόνια έγιναν εκτεταμένες επισκευές και αναστηλώσεις οι οποίες διέσωσαν ότι είχε απομείνει καθιστώντας το ένα αξιόλογο και επισκέψιμο μνημείο της Κερκυραϊκής υπαίθρου.
Στο φρούριο οδηγεί ένα μονοπάτι στην αρχή του οποίου έχουν εκσκαφεί τα θεμέλια της μονόχωρης εκκλησιάς του Αγίου Ιωάννη, άγνωστης εποχής. Το κάστρο αποτελείται από ένα προτείχισμα χαμηλά στο μέσο του απόκρημνου βράχου το οποίο καλύπτει όλη τη βόρεια και ανατολική πλευρά ενώ η δυτική και η νότια προστατεύονται από το απόκρημνο του εδάφους.
Στο ψηλότερο σημείο βρίσκεται η ακρόπολη με την κεντρική είσοδο στα βόρεια, την οποία προστατεύει κυκλικός πύργος. Απέναντι από την κύρια πύλη τα ερείπια των κτιρίων αποτελούσαν τα καταλύματα της φρουράς, ενώ τρεις υπόγειες δεξαμενές νερού επέτρεπαν την ύδρευση του κάστρου. Μικρή πύλη υπήρχε και στην νότια πλευρά. Τα τείχη είχαν επάλξεις που σώθηκαν μόνο στη βορειοδυτική γωνία της οχύρωσης.
Στα ανατολικά κάτω από τον μεγάλο όγκο βράχου είναι σκαμμένο μικρό παρεκκλήσι αφιερωμένο στην αγία Κυριακή με τοιχογραφίες του 18ου αιώνα και ένα περίτεχνο μαρμάρινο θωράκιο που προέρχεται πιθανόν από μια παλαιοχριστιανική βασιλική.
Στο ανώτερο σημείο της ακρόπολης βρίσκεται ο ναός του Ταξιάρχη στο υπέρθυρο του οποίου αναφέρεται ότι το 1734 διοικητής της φρουράς του Αγγελοκάστρου ήταν ο Αλοΐσιος Ρεγγίνης. Έξω από την εκκλησία προς τα δυτικά υπάρχουν λαξευμένες στον βράχο επτά εσοχές στο μέγεθος και στο σχήμα ενός ανθρώπου. Η χρονολόγηση και η χρήση τους δεν έχει προσδιοριστεί αλλά πιθανολογείται ότι πρόκειται για τάφους.
Στην κορυφή της ακρόπολης του Αγγελοκάστρου βρίσκεται ο μικρός ναός του Ταξιάρχη. Αναπαλαιώθηκε και μελετήθηκε διεξοδικά κατά την διάρκεια των επεμβάσεων αναστήλωσης του Αγγελοκάστρου το 2000.
Ταξιάρχης
Στην κορυφή της ακρόπολης του Αγγελοκάστρου βρίσκεται ο μικρός ναός του Ταξιάρχη. Αναπαλαιώθηκε και μελετήθηκε διεξοδικά κατά την διάρκεια των επεμβάσεων αναστήλωσης του Αγγελοκάστρου το 2000.
Το εκκλησάκι αυτό οικοδομήθηκε κατά τους πρώτους μεταβυζαντινούς χρόνους πάνω στα ερείπια προγενέστερου κτιρίου, πιθανόν παλαιοχριστιανικού τρίκλιτου ναού.
Στη σημερινή του μορφή αποτελεί ένα μικρό ορθογώνιο κτίσμα με ημικυκλική αψίδα. Ανασκαφές που έγιναν γύρω από τον ναό καθώς και η αποκάλυψη της τοιχοποιίας του μέσω αφαίρεσης του επιχρίσματος έφεραν στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία. Το προϋπάρχον χτίσμα, πιθανότατα δύο οικοδομικών φάσεων, ήταν μια τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα δυτικά και ορθογώνια αψίδα στο ιερό.
Κατά την ανέγερση του τωρινού ναού στον χώρο του κεντρικού κλίτους, ενσωματώθηκε το νοτιοδυτικό τμήμα της παλαιότερης τοιχοποιίας στο οποίο μάλιστα υπήρχε το ορατό σήμερα πλίνθινο αψίδωμα βυζαντινών χρόνων. Σπαράγματα τοιχογραφιών απλά μας λένε ότι ήταν κάποτε τοιχογραφημένος. Το αμφίγλυφο μαρμάρινο θωράκιο το οποίο εκτίθεται σήμερα στο εσωτερικό του ναού χρησιμοποιούταν ως Αγία Τράπεζα.
Στη σημερινή του μορφή αποτελεί ένα μικρό ορθογώνιο κτίσμα με ημικυκλική αψίδα. Ανασκαφές που έγιναν γύρω από τον ναό καθώς και η αποκάλυψη της τοιχοποιίας του μέσω αφαίρεσης του επιχρίσματος έφεραν στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία. Το προϋπάρχον χτίσμα, πιθανότατα δύο οικοδομικών φάσεων, ήταν μια τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα δυτικά και ορθογώνια αψίδα στο ιερό.
Κατά την ανέγερση του τωρινού ναού στον χώρο του κεντρικού κλίτους, ενσωματώθηκε το νοτιοδυτικό τμήμα της παλαιότερης τοιχοποιίας στο οποίο μάλιστα υπήρχε το ορατό σήμερα πλίνθινο αψίδωμα βυζαντινών χρόνων. Σπαράγματα τοιχογραφιών απλά μας λένε ότι ήταν κάποτε τοιχογραφημένος. Το αμφίγλυφο μαρμάρινο θωράκιο το οποίο εκτίθεται σήμερα στο εσωτερικό του ναού χρησιμοποιούταν ως Αγία Τράπεζα.
Αυτό ανήκε σε παλαιοχριστιανικό ναό του 5ου – 6ου αιώνα και αποτελεί σοβαρό ιστορικό τεκμήριο για τη χρονολόγηση του ναού και ίσως του Αγγελοκάστρου. Επιγραφή στο υπέρθυρο της εισόδου μας πληροφορεί ότι ο ναός ανακατασκευάστηκε το 1734 από τον καστελλάνο Αλοΐσιο Ρεγγίνη.
Στο 1272 ο Giordano di San Felice πήρε την κυριότητα του φρουρίου για λογαριασμό του Καρόλου Α ' της Νάπολης βασιλιά των Ανδηγαυών. Οι Ανδηγαυοί κατέλαβαν την Κέρκυρα 1267-1386 και ένα έγγραφο που σχετίζονται με την εξαγορά τους από το φρούριο είναι η πρώτη γραπτή απόδειξη που βεβαιώνουν την ύπαρξη του κάστρου. Το 1386, μετά το βίαιο θάνατο του βασιλιά Καρόλου ΙΙΙ της Νάπολης, οι επιβαίνοντες του κάστρου, ακόμα και οι πιστοί στον διάδοχο βασιλιά Ladislaus της Νάπολης, αντιστάθηκαν για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην ενετική εξαγορά.
Στο 1272 ο Giordano di San Felice πήρε την κυριότητα του φρουρίου για λογαριασμό του Καρόλου Α ' της Νάπολης βασιλιά των Ανδηγαυών. Οι Ανδηγαυοί κατέλαβαν την Κέρκυρα 1267-1386 και ένα έγγραφο που σχετίζονται με την εξαγορά τους από το φρούριο είναι η πρώτη γραπτή απόδειξη που βεβαιώνουν την ύπαρξη του κάστρου. Το 1386, μετά το βίαιο θάνατο του βασιλιά Καρόλου ΙΙΙ της Νάπολης, οι επιβαίνοντες του κάστρου, ακόμα και οι πιστοί στον διάδοχο βασιλιά Ladislaus της Νάπολης, αντιστάθηκαν για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην ενετική εξαγορά.
Αντλήθηκαν πληροφορίες απο:
· Ανδηγαυική Κέρκυρα (13ος-14ος αι.) - Σ. Ασωνίτης
· Η Κέρκυρα και τα ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα - Σ. Ασωνίτης
· 1537, η πολιορκία της Κέρκυρας από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή και τα ταξίδια του Σαιν Μπανκάρ στις ελληνικές θάλασσες - Γ.Α. Αθανάσαινας
· Ενημερωτικό φυλλάδιο για το Αγγελόκαστρο - ΥΠ.ΠΟ.
· Old Corfu, History and Culture – Ν. Σταματόπουλος
· Rock of Ages, The fascinating story of the Palaiokastritsa Monastery - J. Forte
Post A Comment: