Ποιο να είναι, άραγε, το πιο ωραίο Ημερολόγιο για το 2022 στο νησί όπου τοπικά Ημερολόγια της μορφής των Αλμανάκ, αν όχι και κάποιου είδους Καζαμίες, κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά από μια τοπική «Αυτοκρατορική Τυπογραφία» το 1810 για το 1811;
Μάλιστα, πριν από 210 και πλέον χρόνια έκανε την εμφάνισή του στην Κέρκυρα το πρώτο γνωστό, τουλάχιστον, Κερκυραϊκό Ημερολόγιο, σε γαλλόφωνη τότε έκδοση, σαφώς για περιορισμένο κοινό. Αυτό ήταν κιόλας ένα από τα πρώτα Ημερολόγια στον σύγχρονο ελληνικό χώρο. Έφερε τον τίτλο «Almanach» και αφορούσε το 1811, με αναφορές και στο 1810. Ήταν η περίοδος που την Κέρκυρα κατείχαν, βλέπετε, οι Γάλλοι Αυτοκρατορικοί.
Προφανώς στο ίδιο τυπογραφείο που είχαν εγκαταστήσει δέκα και πλέον χρόνια νωρίτερα οι Γάλλοι Δημοκρατικοί στην παλαιά Τένεδο κοντά στο κέντρο της πόλης και οι Αυτοκρατορικοί διάδοχοί τους το είχαν μετονομάσει «Αυτοκρατορική Τυπογραφία», τυπώθηκε κι ένα δεύτερο «Almanach», όπως βεβαιώνουν οι συντάκτες της περίφημης «Ιονικής Βιβλιογραφίας» του Emile Legrand και νεότερων ερευνητών. Το 1811 για το 1812.
Επιπλέον, σύμφωνα με αναφορές του Κεφαλονίτη λόγιου Ανδρέα Λασκαράτου, την τετραετία 1828-1831, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα μαινόταν οι προσπάθειες για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και την οριστική νίκη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, με Κυβερνήτη πια τον Ιωάννη Καποδίστρια στα απελευθερωμένα εδάφη, στην αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα εκδόθηκε στην ιταλική γλώσσα «Almanacco», γραμμένο από τον καθηγητή του Λασκαράτου στην Ιόνιο Ακαδημία Βιτσένζο Ναννούτσι, ανανεωμένο φυσικά κάθε χρόνο. Είχαν προηγηθεί μάλιστα για τα χρόνια 1827 και 1828 άλλες επίσης ιταλόγλωσσες εκδόσεις Ημερολογίων. Με τον πανομοιότυπο τίτλο «Almanacco degli Stati Uniti delle Isole Ionie».
Η πρώτη ελληνόγλωσση όμως έκδοση Ημερολογίου στην Κέρκυρα, έστω ως «Μηνολόγιο», πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με τον Μάνο Χαριτάτο, το 1833. Αφορούσε έργο του Ε. Ιωαννίδη.
Επίσης, σύμφωνα με άλλα στοιχεία, στην Κέρκυρα είχαν παραληφθεί γύρω στα 1795, από τη Βιέννη, τυπωμένα εκεί ελληνόγλωσσα Ημερολόγια, μάλλον της τυπογραφικής – εκδοτικής εταιρείας του Ζακυνθινού Γεώργιου Βεντότη.
Στο διάβα του χρόνου από τότε ίσαμε σήμερα κυκλοφόρησαν στην Κέρκυρα αμέτρητα, εννοείται, Ημερολόγια. Από πολύ διαφορετικούς φορείς. Πολλά μάλιστα, πολύ καλαίσθητα και χρηστικά, περιείχαν πληθώρα πληροφοριών ιστορικού, λογοτεχνικού και λαϊκού-αγωνιστικού ή και αστρολογικού χαρακτήρα για το νησί, τα Επτάνησα, την Ελλάδα. Ήταν ζηλευτές, πρωτοποριακές εκδόσεις με ιστορική σημασία, που κοσμούσαν και κοσμούν ακόμη βιβλιοθήκες στα σπίτια. Όχι απλά ημερολόγια με δίπλα στις ημερομηνίες τα ονόματα των ημερών ή και με εορτολόγιο.
Πολλά άλλα, ακόμη και αθλητικών συλλόγων της Κέρκυρας εξίσου όμορφα, εξυπηρετούσαν σκοπούς προβολής της δράσης συγκεκριμένων φορέων, σύνδεσης με τα μέλη και τους φίλους τους και βέβαια και οικονομικούς για την εξασφάλιση εσόδων. Σημαντικοί ζωγράφοι, λογοτέχνες, ιστορικοί ερευνητές, αλλά και τεχνίτες του εκδοτικού τομέα, τα πλούτισαν με ξεχωριστές δημιουργίες και με στοιχεία έργων ή ερευνών τους, τόσα ώστε αυτά παρουσιάζουν πια συλλεκτική αξία και τιμολογούνται ακριβά σε σχετικές δημοπρασίες.
Μια μικρή αναδρομή σε σχετικές εκδόσεις αποκαλύπτει ότι σημαντικές προσωπικότητες της Κέρκυρας συνέδεσαν τα ονόματά τους με ελληνικά Ημερολόγια, Αλμανάκ και Καζαμίες κορυφαίας αξίας τόσο στην Αθήνα όσο και στο εξωτερικό.
Πρωτοπόρησαν μάλιστα.
Έτσι, στο Παρίσι τα τέλη του 1860 κυκλοφόρησε το τυπωμένο άλλοτε στο Παρίσι και άλλοτε στην Αθήνα και στη Λειψία σε διάστημα έντεκα ετών, ως νεότερες εκδόσεις του τα επόμενα χρόνια, «Εθνικόν Ημερολόγιον του έτους 1861». Εκδότης του και βασικός συγγραφέας του ήταν ο Κερκυραίος Μαρίνος Παπαδόπουλος Βρετός (1828-1871), διανοούμενος και λογοτέχνης, βαφτισμένος από τον αδελφό του Ιωάννη Καποδίστρια, Γεώργιο.
Ήταν περιοδική, ετήσια έκδοση και είχε «ανταποκριτές» και συνδρομητές, όπως ανέφερε, στην Αθήνα, στην Κέρκυρα, καθώς και σε λίγες άλλες πόλεις της Ελλάδας μα και χωρών του εξωτερικού με έντονο ελληνικό στοιχείο, όπως το Λίβερπουλ, η Οδησσός, η Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι.
Και τι δεν περιείχε εκείνο το πρώτο μεγάλο ελληνικό, ετήσιο «Εθνικόν Ημερολόγιον», που εκδόθηκε μέχρι το 1871 και τυπώθηκε επί τρία χρόνια στο παρισινό τυπογραφείο του φιλέλληνα Firmin Didot, ενώ κάποια φύλλα του ορισμένα χρόνια «εστοιχειοθετήθησαν μεν και εστερεογραφήθησαν εν τω τυπογραφείου των εν Αθήναις υιών Α. Κορομηλά», με χρηματοδότηση και του πολύ γνωστού για δωρεές στην Κέρκυρα Γρηγόριου Μαρασλή.
Τα παλαιότερα μηνολόγια, που περιλάμβαναν κυρίως τις θρησκευτικές εορτές και τη μέτρηση του χρόνου με βάση τις φάσεις της σελήνης, είχαν εμπλουτισθεί σταδιακά με συγκριτικούς πίνακες μέτρων και σταθμών, στατιστικές πληροφορίες, συμβουλές οικιακής οικονομίας, επίκαιρα νέα και άλλα υλικά, όπως έχει επισημανθεί από μελετητές τους και βεβαιώνει ακόμη και ένα ξεφύλλισμα ενός τόμου του, σε νέες κοινωνικές ανάγκες.
Ήταν τομή για τα ελληνόγλωσσα Μηνολόγια, Ημερολόγια και Καλεντάρια, καθώς η ύλη του σταδιακά διευρύνθηκε περιλαμβάνοντας βιογραφίες, λογοτεχνικές συνεργασίες, καθώς και ιατρικά και ευρύτερα επιστημονικά θέματα. Ήταν και πλούσια εικονογραφημένο με χαλκογραφίες, λιθογραφίες και ξυλογραφίες -μεταξύ άλλων μάλιστα και με προσωπογραφίες μελών των κερκυραϊκών οικογενειών Βράιλα και Μαρκορά στην έκδοση για το έτος 1866- που σηματοδότησαν το μέλλον πολλών ανάλογων ελληνικών εντύπων.
Υπάρχει και μια καταπληκτική για την κεντρική πλατεία της Κέρκυρας, που δεν γνωρίζουμε τον δημιουργό της και ούτε αν και πού σώζεται:
Επίσης, στην ίδια έκδοση περιλαμβάνεται εξαιρετικό, μη μνημονευόμενο πια, ποίημα του Λευκάδιου Σπύρου Καββαδία για την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, καθώς και μετάφραση ιταλικού ποιήματος από τον Γεώργιο Μαρκορά, μελέτη του οποίου με τον τίτλο «Περί της εν ταις Ιονίοις Νήσοις Ελληνικής Εκκλησίας» παρουσιάστηκε σε άλλες σελίδες.
Επίσης, εκαταχωρήθηκε αντίγραφο συγχαρητήριας επιστολής του καθηγητή της Ιονίου Ακαδημίας και μετέπειτα πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνου Ασώπιου, πατέρα γιου με το όνομα Ειρηναίος που έμελλε να αποτελέσει συνεχιστή του Βρετού.
Ακόμη, σε άλλο κείμενο με τον τίτλο «Έκθεσις των εν Ελλάδι συμβάντων από Ιουνίου 1862 άχρις Ιουνίου 1865» παρέχονται μοναδικές πληροφορίες για όσα συνέβησαν στην Κέρκυρα και στην Ελλάδα την περίοδο της ένωσης, όταν, μεταξύ άλλων, έγινε γνωστός ο όρος της σχετικής συνθήκης «περί κατεδαφίσεως των φρουρίων της Κερκύρας», ο οποίος «εξήγειρον εις τας καρδίας των Ελλήνων δικαίαν αγανάκτησιν».
Λίγο μετά, στην Κέρκυρα «φλογερά πάθη είχαν εκραγή ένεκα του αγροτικού ζητήματος, οι κάτοικοι των χωρίων εσχημάτισαν ιδιαίτερον συνδυασμόν εκ χωρικών πληρεξουσίων, και απέκλεισαν όλως διόλου της συνελεύσεως τους υποψηφίους της πόλεως». Όπως αναφέρεται, στη Βουλή πρόταση περί «αμέσου και τελείας αφομοιώσεως της διοικήσεως των Ιονίων νήσων» από την ισχύουσα ελληνική «εξήγειρε των Ιονίων την λύσσαν».
Στην ίδια έκδοση παρουσιάζεται άγνωστη βιογραφία του Κερκυραίου Σπυρίδωνα Καλογερόπουλου, που είχε αντιπροσωπεύσει τη Λιβαδειά, όπου ήταν ιατρός, στις ιστορικές εθνοσυνελεύσεις της Επιδαύρου, του Άστρους και της Τροιζηνίας.
Ο ίδιος ο Μ. Παπαδόπουλος Βρετός είχε σημειώσει για τους στόχους του: «Το έργον, όπερ ανεδέχθην, είναι ωφέλιμον ουχί μόνον φιλολογικώς και ηθικώς, αλλά και πολιτικώς θεωρούμενον, ως σχετίζον και συνδέον προς άλληλα τα διάφορα μέλη της μεγάλης ελληνικής οικογενείας και ανακαλούν εις την μνήμην των νεωτέρων τους προγενεστέρους προμάχους και αθλητάς του ελληνισμού».
Ο εικονιζόμενος Κερκυραίος συγγραφέας και κριτικός με θητεία και στο Παρίσι τα χρόνια των εκδόσεων του Βρετού, Ειρηναίος Ασώπιος (1825-1905), πήρε από εκείνον τη σκυτάλη για να εκδώσει μετά τον θάνατό του, στην Αθήνα πια, Ημερολόγια στα δικά του χνάρια και με ευρωπαϊκές επιρροές, αν και όχι πάντα με προοδευτικό πνεύμα.
Ο ίδιος θεωρείται το πιο δυνατό πνεύμα και στην αναβίωση του περίφημου Καζαμία, στην ελληνική βεβαίως εκδοχή του. Αποτέλεσμα δικών του εργασιών ήταν επί πολλά χρόνια στην Αθήνα ο κυρίαρχος, τότε, Καζαμίας του εκδοτικού οίκου «Υιοί Α. Κορομηλά».
Πνεύμα σπινθηροβόλο, με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και χάρη γραφής, όπως μαρτυρεί μια απλή ανάγνωση κειμένων του, άφησε εποχή στον τομέα αυτό στην Αθήνα, με τόμους που έφταναν βεβαίως στην ώρα τους και στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Δικό του δημιούργημα ήταν και οι ετήσιες εκδόσεις σαν την εικονιζόμενη με τον τίτλο «Αττικόν Ημερολόγιον του δίσεκτου έτους 1876», που γράφτηκε με «ευνοϊκή συνδρομή φιλόκαλων λογίων» και τυπώθηκε στο αθηναϊκό τυπογραφείο της «Ελληνικής Ανεξαρτησίας».
Για να γίνει δικός σας ένας από εκείνους τους τόμους που μερικές φορές βγαίνουν σε δημοπρασία σε αθηναϊκές σάλες απαιτούνται πια, στην καλύτερη περίπτωση, γύρω στα 300 ευρώ. Από το 1867 μέχρι το 1896, με εξαίρεση το έτος 1870, εξέδιδε ανελλιπώς στην Αθήνα το πολυσήμαντο, λόγιο μα και καυστικό μερικές φορές «Αττικόν Ημερολόγιόν» του. Συχνά με βιομηχανικό καλλιτεχνικό δέσιμο, με χρυσωμένες ακμές, για συλλέκτες.
Μέχρι και ατμοπλοϊκές πληροφορίες ή προσδοκίες, όπως αυτή η κερκυραϊκού ενδιαφέροντος που διαβάζουμε στο «Αττικόν Ημερολόγιον» του 1869, περιλάμβανε: «Γραμμή Επτανήσου. Μεταξύ Νέας Κορίνθου και Κερκύρας, ανά πάσαν εβδομάδα». Η αγάπη του για την Κέρκυρα και η δροσιά της γραφής του τον έκανε να ορίζει ως αρχή νέας εποχής για το ανθρώπινο γένος το έτος 1864 ως έτος «της ενώσεως της Επτανήσου μετά της Ελλάδος».
Δεν υπήρχε Ημερολόγιό του που να μην είχε να πει κάτι σημαντικό για την Κέρκυρα. Ακόμη και ο Κερκυραίος λόγιος και ιστορικός Ιωάννης Ρωμανός (1836-1892) του έστελνε συνεργασίες. Στην ίδια έκδοση για το έτος 1869 είδε το φως το πόνημά του «Σύστασις του αρχαιοτάτου των εν Κερκύρα τιμαρίων», όπου μεταξύ άλλων διαβάζουμε μιαν εκπληκτική ιστορική περιγραφή για το νησί:
«Η νήσος Κέρκυρα, θαυμαζομένη ανέκαθεν, από Ομήρου και Απολλωνίου του Ροδίου μέχρι του χρονογράφου Βιλλαρδουίνου και του δουκός της Νάξου Ιωάννου του Κρίσπου, δια την άκραν αυτής ευφορίαν, τα άφθονα πλούτη και του κλίματος την ευκρασίαν, ετησίως αποφέρουσα εις το βασιλικόν ταμείον επί των Βυζαντινών χρόνων πεντεκαίδεκα κεντηνάρια, ήτοι χιλιάς πεντακοσίας λίτρας χρυσού, δυσάλωτος ούσα δια την οχυράν αυτής δικόρυφον ακρόπολιν, αφ’ ης εκ της δεκάτης έτι εκατονταετηρίδος έλαβε και των Κορυφών ή των Κορφών το όνομα, και αρίστης τυχούσα γεωγραφικής θέσεως, ως γειτονεύουσα τη Ιταλία και ου μακράν απέχουσα της αντικειμένης Ηπείρου, έμελλεν εξ ανάγκης να διερεθίση την άμετρον πλεονεξίαν των πλησιοχώρων ηγεμόνων της Δύσεως, οίτινες αδίκους έχοντες επί της κυριαρχίας της όλης Ελλάδος αξιώσεις, εθεώρουν την Κέρκυραν ως άριστον κατά της
Όσο για το πρώτο φέουδο της Κέρκυρας, η έκδοση του Ειρηναίου Ασώπιου, αναφερόμενη στον κάτοχο της Κέρκυρας Κάρολο τον Ανδηγαυών και σε πράξη του στα 1267 πληροφορούσε ότι πλέον:
«Εκ πλειόνων αρχαιοτάτων εγγράφων εξάγεται ότι τα κτήματα, άτινα ο Κάρολος εδωρήσατό ποτε προς τους Αλλεμάνους, περιήλθον ένεκα κληρονομίας εις τους Δηλεγότας, αποτελέσαντα το ομώνυμον μέγα τιμάριον, όπερ προϊόντος του χρόνου υποδιαιρεθέν συνέστησε τέσσαρας των άχρι του νυν σωζομένων Βαρονιών, την των Βραγαδίνων, των Μιδέων, των Μέμων και των Βιάρων, κατεχομένας νυν υπό των ΚΚ. Μαρμαρά, Πιέρη, Καποδιστρίου Σούφη, και Μαρκέλου ευπατρίδου Ενετού».
Δεν μπορούσαν να λείπουν φυσικά σε άλλες σελίδες και ποιήματα του Κερκυραίου λόγιου και μετέπειτα πρωθυπουργού Σπύρου Λάμπρου, αναφορές του τύπου ποιαν ώρα και ποιο λεπτό ακριβώς θα ήταν ορατή στην Κέρκυρα έκλειψη της σελήνης τον Ιανουάριο του 1869 ή άλλες αναφορές στο φρενοκομείο της Κέρκυρας, όπως ετούτη η εξαιρετική: Ανατολής ορμητήριον:
«Ευτυχώς η Επτάνησος συν άλλοις εφιλοδώρησεν ημίν και το εν Κερκύρα φρενοκομείον, προσφυώς διευθυνόμενον υπό του εμπείρου και φιλανθρώπου ιατρού, Κ. Αγιοβλασίτου, και παράγον λίαν ευάρεστα αποτελέσματα. Εις το πολύτιμον τούτο κατάστημα, όπερ έχει ανάγκην σπουδαίων τινών έτι βελτιώσεων, και εις ο δέον να επιστήση την προσοχήν της η Κυβέρνησις, πέμπονται νυν οι παράφρονες εξ απάσης της Ελλάδος, και ούτω απηλλάγησαν οι δύστηνοι της θηριωδίας και σκαιότητος των καλογήρων»
Λεγόταν Ειρηναίος, βλέπετε, μα γινόταν και Πολεμικός. Ήταν πάντα Ασώπιος, δεν σιωπούσε μπροστά σε τίποτα. Πρόδρομο της ελληνικής ευθυμογραφίας τον χαρακτήρισε ο Κωνσταντίνος Δημαράς, διασώζοντας πως ήταν απόφοιτος της Ιόνιας Ακαδημίας. Πολλές φορές η κριτική ματιά του στην ελληνική κοινωνία και σε πρόσωπα και πράγματα της εποχής έφτανε, αν δεν ξεπερνούσε κιόλας, τα όρια του σαρκασμού.
Λίγες έστω φορές, καθώς τον είχε βαφτίσει στην Κέρκυρα ο λόρδος Γκίλφορντ και ήταν και ποιητής και δημοσιογράφος, με επτανησιακό σατιρικό πνεύμα γινόταν και πολύ καινοτομικός. Ο ίδιος το 1888 εξέδωσε και αθηναϊκό «Ημερολόγιον των Κυριών». Στο Παρίσι είχε γνωριστεί, μεταξύ άλλων, με τον Αλέξανδρο Δουμά και τον Χάινριχ Χάινε. Είχε συνεργαστεί εκδοτικά και με τη «Βιβλιοθήκη Μαρασλή». Βιογραφία του είχε δημοσιεύσει ο Κερκυραίος λόγιος και πολιτικός Θεόδωρος Βελλιανίτης. Πολύτιμα κατάλοιπά του, παραδομένα από τη γυναίκα του, σώζονται στο Τμήμα Χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Ιδού τι έγραφε για τον Καζαμία στον «Πρόλογο» του «Αττικού Ημερολογίου» του για το έτος 1871:
«Άμα ο Θεός έκαμε τας επτά ημέρας της εβδομάδος και αμέσως μετά ο Διάβολος έπλασε τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, ο Θεός ανεπαύθη την εβδόμην, ο δε Διάβολος κατέστησε την αγίαν Κυριακήν ημέραν της αργίας. Μόλις ο Θεός ηυδόκησε να κάμη τον Καζαμίαν Αλμανάχιον του Παραδείσου και αμέσως ο Διάβολος εσοφίσθη να τον καταστήση Μηνύτορα των Αθιγγάνων, προλέγων δι’ αυτού τα μέλλοντα. Βλέπετε λοιπόν ότι ο Καζαμίας είναι το αγιώτερον και σοφώτερον εν ταυτώ των βιβλίων, το βιβλίον του Θεού και του Διαβόλου».
Ο Καζαμίας του Ασώπιου προέκυψε κατά το πρότυπο της εκδοχής και φαντασίας που γέννησαν τον δήθεν Ενετό προφήτη και αστρολόγο του Μεσαίωνα Πιέτρο Καζαμία, ο οποίος διάβαζε τα μελλούμενα στα αστέρια, πάντα με πανύψηλο κωνικό καπέλο. Ο Ειρ. Ασώπιος ήταν εκείνος που δημιούργησε τον κάπως και επτανησιακό σύγχρονο τύπο του ελληνικού Καζαμία.
Σύμφωνα με τον Ζακύνθιο λογοτέχνη Γρηγόριο Ξενόπουλος, ήταν τόση η απήχηση γενικώς του Καζαμία στην Αθήνα, τότε, ώστε πολύς κόσμος ήταν αδύνατο να καταλάβει το «Νέον Έτος» και να γιορτάσει την Πρωτοχρονιά χωρίς τον «Καζαμία» με τον αστείο ανθρωπάκο με το ψηλό καπέλο στο εξώφυλλό του.
Την παράδοσή του στα Ημερολόγια της Αθήνας, με φειδώ στη θεματολογία και στις απόψεις, συνέχισε επάξια ένας άλλος Κερκυραίος λογοτέχνης πριν από έναν ακριβώς αιώνα από τώρα.
Ο μαχητής δημοτικιστής Ηλίας Σταύρου (1873- 1932) είναι αυτός που είχε την επιμέλεια της έκδοσης «Δημοτικόν Ημερολόγιον 1922», για τον Δήμο Αθηναίων αυτή τη φορά, στα τυπογραφεία «Αθηνά».
Η συνεισφορά του αυτή εξέφραζε ιστορικά τη βαθμιαία ενσωμάτωση της πάντα εμπνευσμένης από τον -και πολύ σατιρικό, μην ξεχνάμε- Διονύσιο Σολωμό επτανησιακής διανόησης στον επίσημο συνολικό εθνικό ιστό.
Από τα Ημερολόγια του Βρετού και του Ασώπιου θα πέρναγε ωστόσο ένας αιώνας σχεδόν ώσπου να φτάσουμε στα Επτάνησα να εκδώσουμε «Επτανησιακό Ημερολόγιο».
Αυτό εκδόθηκε το 1961 για πρώτη φορά και μετά την τρίτη έκδοσή του το 1963 έπαυσε την αποστολή του. Επρόκειτο για συλλογικό έργο Κερκυραίων και άλλων Επτανήσιων πνευματικών δημιουργών, με πρωτοβουλία των βραχύβιων εκδόσεων «Επτάνησος».
Οριζόταν ως ετήσια λογοτεχνική, καλλιτεχνική, ιστορική, λαογραφική και επιστημονική έκδοση. Μια ξυλογραφία του Δημήτρη Γαλάνη προ της εσωτερικής σελίδας του τίτλου της, το 1962, εικόνιζε τον Κερκυραίο επαναστάτη σοσιαλιστή λογοτέχνη Κωνσταντίνο Θεοτόκη.
Ξεχώρισαν στην Κέρκυρα στο διάβα των επόμενων έξι δεκαετιών από τότε, ίσαμε σήμερα, πολλά ενδιαφέροντα Ημερολόγια κάθε λογής φορέων.
Μαζί με αυτά οπωσδήποτε και το υπέροχο αθηναϊκό «Ημερολόγιο 2007 – Κωνσταντίνος Θεοτόκης», που επιμελήθηκε το 2006 ο Επτανήσιος καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου Θεοδόσης Πυλαρινός και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» για τη ζωή και το έργο του πρωτοποριακού Κερκυραίου λογοτέχνη που συνέδεσε τη ζωή του με την ανάπτυξη του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος στην Κέρκυρα. Εκπληκτικό!
Επίσης, το κερκυραϊκής κοπής αθηναϊκό «Ημερολόγιο του 2002 – Αφιέρωμα στην ιστορία της Κέρκυρας». Την ευθύνη του είχε ο Δημήτρης Καπάδοχος και εκδότης του ήταν το 2001 η Ομοσπονδία Κερκυραϊκών Συλλόγων Αττικής, της οποίας ήταν και πρόεδρος.
Επίσης θαυμάσιο και συλλεκτικής αξίας κι αυτό!
Είχε ξεχωρίσει εκείνα τα χρόνια και το «Ημερολόγιο 1997 – Μέρες Μουσικής», που είχε εκδώσει το 1996 το βιβλιοπωλείο «Πλους», με επιμέλεια των κειμένων από τον μουσικολόγο του Ιονίου Πανεπιστημίου Χάρη Ξανθουδάκη, συνεργασία του λογοτέχνη Διομήδη Βλάχου και φωτογραφίες του Χρήστου Ζουλιάτη.
Ακόμη, το 2001, με την επικουρία των εκδόσεων «Καλειδοσκόπιο», κυκλοφόρησε εξαιρετικό «Ημερολόγιο 2002» της Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας.
Εκείνη την περίοδο είχε μείνει σε σχέδια επί χάρτου μια προσπάθεια δύο Κερκυραίων φίλων, ενός φίλου του ΚΚΕ δημοσιογράφου απόδημου στην Αθήνα που συνεργαζόταν επί μακρόν και με το «Κερκυραϊκό Βήμα» και μιας φίλης του ΠΑΣΟΚ ασχολούμενης και με τη δημοσιογραφία υπαλλήλου της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων στην Κέρκυρα, για την έκδοση ενός «Κερκυραϊκού Αλμανάκ».
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, θα περιείχε πληροφορίες για πολιτικά, οικονομικά, αθλητικά, πολιτιστικά – πνευματικά και κοινωνικά σημαντικά γεγονότα του αμέσως προηγούμενου έτους, σε συνδυασμό με Ημερολόγιο με αστρονομικά, μετεωρολογικά και κάθε λογής άλλα πραγματικά ή υποτιθέμενα στοιχεία που θα εκδηλώνονταν τον επόμενο χρόνο. Στο στυλ που προδιέγραψε ο Ειρηναίος Ασώπιος, με Καζαμία διανθισμένο, επιπλέον, με επτανησιακή σάτιρα.
Ιδιαίτερης μνείας αξίζει επίσης για τη θεματική του κυρίως αξία το «Ημερολόγιον 2009, αφιερωμένο στον Ιωάννη Καποδίστρια», που περιλάμβανε στο εξώφυλλό του προσωπογραφία του Καποδίστρια και στο οπισθόφυλλό του παράσταση θαύματος στον ίδιο. Το επιμελήθηκε ο Κωνσταντίνος Θύμης για λογαριασμό της Ιερής Μητρόπολης Κέρκυρας και εκδόθηκε το 2008 από το δικό της «Επικοινωνιακό και Μορφωτικό Ίδρυμα».
Υπέροχο ήταν εξάλλου, με δυσεύρετες ιστορικές πληροφορίες, το «Ημερολόγιο 2008 – Η μελισσοκομία στην Κέρκυρα», που είχε εκδώσει ο Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός Κέρκυρας το 2007, με ευθύνη του Δημήτρη Προβατά.
Ασφαλώς ένα από τα καλύτερα των τελευταίων ετών ήταν εκείνο της τοπικής εκδοτικής ομάδας «Image», με την επιμέλεια της Ελβίρας Μεταλληνού και του Κώστα Λιντοβόη, με τον ευφυή τίτλο «Corfu Ημερολόγιο 201+6 Κερκυραίοι Υδατογράφοι».
Κυκλοφόρησε το 2015, για το 2016, με ακουαρέλες του Στέφανου Σγούρου και πέντε άλλων Κερκυραίων εικαστικών.
Post A Comment: